Βαγγέλης Κάλιοσης

Το βιβλίο του «Το Τσιπάκι της γνώσης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κάκτος», και στα αγγλικά από τις εκδόσεις Ontime Books. Τον περασμένο Ιούλιο βρέθηκε στην πρώτη θέση της σχετικής κατάταξης της Amazon στην κατηγορία science fiction, όταν το ίδιο μυθιστόρημα είχε δεχτεί αρκετές απορρίψεις από ελληνικούς εκδοτικούς οίκους που δε δέχονταν να το κυκλοφορήσουν. Πρόσφατα, πήρε το δεύτερο βραβείο μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας, στην Ελλάδα. Όμως το μυθιστόρημα «Το τσιπάκι της γνώσης», πέρα από επιστημονικής φαντασίας είναι ένα πολιτικό μυθιστόρημα που εξυμνεί τη δημοκρατία. Ο Βαγγέλης Κάλιοσης εκτός από συγγραφέας είναι και εκπαιδευτικός. Χωρίς να θέλω να σας κουράζω άλλο με τον πρόλογο, σας αφήνω να ‘‘βυθιστείτε’’ σε όσα ο ίδιος ο συγγραφέας απάντησε στις ερωτήσεις μας.

 

 

ArtScript: Πείτε μας λίγα λόγια για εσάς (ένα σύντομο βιογραφικό).

Βαγγέλης Κάλιοσης: Είμαι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Γεννήθηκα στην πόλη Ζίγκεν του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας στην τότε Δυτική Γερμανία το Μάρτη του 1968, μεγάλωσα στην Πρέβεζα και ζω στην Αθήνα. Σπούδασα Ιστορία στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και έκανα μεταπτυχιακό με θέμα την Εκπαιδευτική Ηγεσία και Διοίκηση στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Εργάζομαι ως φιλόλογος στη δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Από το 2014 έχω διατελέσει διευθυντής του Δημόσιου Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης των Φυλακών Κορυδαλλού, του Δ.ΙΕΚ Αχαρνών και του Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας Μεγάρων. Έχω γράψει και έχω δημοσιεύσει ποίηση, διηγήματα, μυθιστορήματα και δοκίμια. Εδώ και ένα χρόνο περίπου αρθρογραφώ στο περιοδικό «Άπειρος Χώρα». Το τελευταίο μου έργο είναι το μυθιστόρημα «Το Τσιπάκι της Γνώσης» που εκδόθηκε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κάκτος το 2019 και στα αγγλικά από τον λονδρέζικο εκδοτικό οίκο Ontime Books με τον τίτλο “The Chip of Knowledge”. 

 

ArtScript: Στο βιβλίο σας η γνώση είναι η βασική δύναμη που θα φέρει την αλλαγή και υπάρχει τρόπος ο κάθε πολίτης να αποκτήσει τη γνώση. Η γνώση όμως δεν είναι πάντα συνυφασμένη με την εντιμότητα και την ευφυΐα. Αρκεί για εσάς η γνώση να φέρει ισονομία και ουσιαστική ισότητα ανάμεσα στα μέλη μιας πολιτείας;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Η εμπειρία όντως μας έχει δείξει  ότι πολύ μορφωμένοι άνθρωποι αποδεικνύονται στην πράξη  ανέντιμοι και τις επιλογές τους στα διάφορα πεδία του βίου τους μόνο ευφυείς δεν θα τις χαρακτήριζε κανείς, ενώ συχνά οι επιλογές τους αυτές συνοδεύονται και από υψηλό κοινωνικό κόστος . Αυτό συνιστά παράδοξο, αλλά όπως όλα τα ανθρώπινα έχει την εξήγησή του πέρα από τις αυτονόητες ερμηνείες περί πολλαπλότητας των παραγόντων που καθορίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Ας αναλογιστούμε, λοιπόν, τι εύρος γνώσης διαθέτει σήμερα ένας εξαιρετικά μορφωμένος άνθρωπος.  Το εύρος της συγκρινόμενο με το σύνολο της κατακτημένης γνώσης δεν ξεπερνά σε καμία των περιπτώσεων ένα απειροελάχιστο δεκαδικό επί της εκατό. Που σημαίνει ότι αν κανείς τώρα ατενίσει το ίδιο άτομο υπό αυτό το πρίσμα, με πολύ μεγάλη άνεση θα το κατατάξει στους αμόρφωτους. Αυτή ακριβώς την πραγματικότητα της γνωστικής μας ανεπάρκειας έρχεται να αναδείξει ως μυθιστορηματικό εύρημα το «τσιπάκι της γνώσης». Όλοι μας θωρούμε μία λεπτή φέτα πραγματικότητας, γεγονός που μας καθιστά παντελώς ανίκανους να κατανοήσουμε πλείστους από τους συνανθρώπους μας που κατέχουν μια διαφορετική τέτοια φέτα και έτσι εξηγούνται οι διαφωνίες, οι έριδες, οι συγκρούσεις και όλες οι άλλες συλλογικές παθογένειες. Μοιραία, μέσα σ’ αυτή τη γνωστική τυφλότητα κυριαρχούν τα ένστικτα και το ακατανίκητο κίνητρο του ατομικού συμφέροντος. Για φανταστείτε, λοιπόν, πόσο αλλιώτικα θα γίνονταν τα πράγματα αν ξαφνικά όλοι οι άνθρωποι σε μια ορισμένη κοινωνία ή σε ολόκληρο τον κόσμο αποκτούσαν μια ολική θέαση της πραγματικότητας. Και για να έρθουμε και στο πολιτικό πεδίο, που είναι και η βασική στόχευση αυτού του μυθιστορήματος, το ίδιο τεράστιο γνωστικό έλλειμμα είναι που κάνει τους ανθρώπους να νομίζουν αυτάρεσκα ότι είναι πολίτες, ενώ στην πραγματικότητα είναι υπήκοοι, να θεωρούν ότι βιώνουν τη δημοκρατία, ενώ δεν ζουν τίποτα περισσότερο από μια εκλόγιμη μοναρχία ή, αν θέλετε να γίνουμε λίγο πιο ήπιοι λεκτικά, μια δημοκρατικοφανή ολιγαρχία και πάει λέγοντας. Επί της ουσίας του ερωτήματός σας, τέλος, θα απαντήσω ευθέως ναι, η γνώση αρκεί για να φέρει ισονομία και ουσιαστική ισότητα, αλλά αυτό δεν θα γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη με μια μαγική συσκευή, καθώς ως γνωστόν τέτοιες αιφνίδιες αλλαγές συντελούνται μόνο στη σφαίρα της φαντασίας, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά τα αποτελέσματα της οποίας υπερβαίνουν τον ορίζοντα της ατομικής μας ύπαρξης, γεγονός που καθιστά τους περισσότερους απρόθυμους να την αναλάβουν, προτιμώντας έτσι ένα βολικό σκοτάδι από το επίπονο φως. Ιδού η αντίφαση!

 

ArtScript: Λέει ένας από τους ήρωες σας στο βιβλίο «Σίγουρα ποτέ δε θα είναι απλό, αλλά εγώ είμαι αισιόδοξος. Η δική μας γενιά, δεν ξέρω πώς, είμαι όμως βέβαιος ότι μπορεί να τον αλλάξει και να τον κάνει κατά τι τουλάχιστον καλύτερο». Είναι μια πίστη που έχουν πάντα οι νέοι άνθρωποι. Τι είναι αυτό που κάνει κάθε φορά την κάθε γενιά να χάνει το στοίχημα και να συμβιβάζεται με την υπάρχουσα κατάσταση;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Ωραία ερώτηση που κουμπώνει άριστα στην προηγούμενη μου απάντηση! Οι νέοι κινούμενοι ορμητικά από τον έρωτα – μια έννοια που δεσπόζει, όχι τυχαία, μαζί με τη γνώση στο μυθιστόρημα - προς τη ζωή κάνουν την εγγενή και εντελώς φυσιολογική άγνοιά τους όχημα για την εκδήλωση των πιο μαξιμαλιστικών και για τούτο τόσο γοητευτικών αξιώσεων. Πολύ γρήγορα, όμως, στα πρώτα στάδια της ενηλικίωσης η άδολη άγνοιά τους μετασχηματίζεται σε ψευδαίσθηση γνώσης και αναπόφευκτα συντελείται μέσα τους και αποτυπώνεται ακολούθως στην κοινωνική τους συμπεριφορά όλη εκείνη η παραμόρφωση που πριν περιέγραψα. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι εσωτερικοποιούν τη διάψευση των προσδοκιών τους, τη βιώνουν ενοχικά και έκτοτε αρχίζει να πλέκεται η μακρά αλυσίδα των εκλογικεύσεων που συνηθίζουμε να αποκαλούμε συμβιβασμό.

 

ArtScript: Η πλήρης και ανόθευτη γνώση θα είχε τη δύναμη να οδηγήσει στο μηδενισμό πολιτικών κομμάτων και ιδεολογιών; Μιας και είστε εκπαιδευτικός γνωρίζετε από μέσα πώς έχει η κατάσταση, θεωρείτε πως η υπάρχουσα παιδεία όπως δίνεται από τα σχολεία στις μέρες μας θα μπορούσε να γίνει όπλο ισότητας ή έχει βασικές ελλείψεις; Και ποιος ευθύνεται γι’ αυτές τις ελλείψεις εφόσον υπάρχουν;    

Βαγγέλης Κάλιοσης: Η πλήρης και αποϊδεολογικοποιημένη γνώση δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα καθιστούσε τα ούτως ή άλλως χρεοκοπημένα κόμματα του ισχύοντος αντιδημοκρατικού πολιτικού συστήματος, όπως και τις υφιστάμενες ιδεολογίες, που ακόμη και οι υπέρμαχοί τους διαισθάνονται πλέον ότι έχουν ολοκληρώσει τον ιστορικό τους κύκλο, αμυδρή ανάμνηση ενός πρωτόγονου πολιτικού παρελθόντος. Σας μάχιμος εκπαιδευτικός, ωστόσο, που ζω την εκπαίδευση από μέσα εδώ και εικοσιπέντε περίπου χρόνια μπορώ να σας διαβεβαιώσω  ότι η υπάρχουσα παιδεία είναι μεν όπλο, όχι όμως ισότητας αλλά υποταγής. Πρόκειται για ένα μονομερές σχολείο που αντί να διευρύνει το γνωστικό ορίζοντα των μαθητών, στενεύει τη σκέψη τους και προετοιμάζει επιμελώς τον αυριανό υπήκοο μιας παγίως ανελεύθερης κοινωνίας. Ως εκ τούτου δεν έχει νόημα να μιλάμε για ελλείψεις. Χρειάζεται εκ βάθρων χτίσιμο ενός εντελώς νέου εκπαιδευτικού συστήματος, που θα προετοιμάζει ολιστικά τον νέο για να γίνει στην ενήλικη ζωή του ένας συνειδητοποιημένος πολίτης, φορέας και εγγυητής μιας δημοκρατικής πολιτείας. Το σημερινό σχολείο έχει μείνει αγκιστρωμένο κάπου στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, γεγονός που εύλογα εξηγεί και την αφόρητη ανία που προκαλεί στους μαθητές ανεξαρτήτως μαθησιακού επιπέδου και γνωστικού ζήλου. Για να τους κατανοήσουμε, αρκεί να αναλογιστούμε ότι οποιοσδήποτε άλλος κοινωνικός χώρος, από την καφετέρια της γειτονιάς μέχρι τα ποδοσφαιρικά γήπεδα και από τον κινηματογράφο μέχρι τα ποικίλα διαδικτυακά περιβάλλοντα, είναι απείρως πιο ελκυστικός και γνωστικά πιο αποδοτικός για ένα παιδί από το κακοφτιαγμένο, καθημαγμένο και μίζερο σχολείο. Περιττό να πω ότι ο καθ’ ολοκληρίαν υπαίτιος για αυτό το παιδευτικό τέλμα είναι το πολιτικό σύστημα, που χρησιμοποιεί την εκπαίδευση ως μοχλό διαιώνισης του εξουσιαστικού του ρόλου. Κι εδώ ακριβώς προκύπτει το μεγάλο ερώτημα: μπορεί να αλλάξει το εκπαιδευτικό σύστημα υπό τις παρούσες συνθήκες ή πρέπει να προηγηθεί μια κοινωνικοπολιτική αλλαγή, για να συμβεί κάτι τέτοιο; Η απάντηση δεν είναι καθόλου εύκολη. Ωστόσο, η αίσθησή μου είναι ότι, επειδή στην εποχή μας το σχολείο δεν έχει το μονοπώλιο στη μετάδοση της γνώσης, μπορούν να συντελούνται και τα δύο και το ένα να τροφοδοτεί το άλλο έως ότου περάσουμε σε ένα νέο εξελικτικό στάδιο τόσο πολιτικά όσο και εκπαιδευτικά.

 

ArtScript: Το βιβλίο σας ανάμεσα στα άλλα του χαρακτηριστικά είναι και ένα ερωτικό μυθιστόρημα, αν και ο έρωτας είναι περισσότερο η αφορμή για να αλλάξει ο ρους της μυθιστορηματικής σας ιστορίας. Πώς μπορεί ο έρωτας δύο ανθρώπων να φέρει την αλλαγή σε μια κοινωνία και σε ποιο βαθμό; 

Βαγγέλης Κάλιοσης: Αντιλαμβάνομαι τον έρωτα εκτός από προσωπικό βίωμα ως μια ισχυρή μαγματική δύναμη πανταχού παρούσα σε όλες τις σπουδαίες συλλογικές στιγμές της ιστορίας. Είναι κάτι σαν αυτό που ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Εμπεδοκλής ονόμαζε «φιλότητα» και το όριζε ως έναν ενυπάρχοντα στη φύση των πραγμάτων ενοποιητικό παράγοντα αντίρροπο του «νείκους», την εχθρότητας δηλαδή, που επίσης συνιστά ευδιάκριτη φυσική τάση. Υπό αυτό το πρίσμα, ο έρωτας δύο ανθρώπων θεωρώ ότι είναι καθοριστικός για τις δικές τους ατομικές διαδρομές και στο μυθιστόρημα, όπως πολύ σωστά επισημαίνετε, χρησιμοποιείται συμβολικά ως καταλύτης για τις εξελίξεις στο πεδίο του συλλογικού.  Ο έρωτας όμως με την ευρεία έννοια, που μπολιάζεται από τον διαπροσωπικό έρωτα και βρίσκεται σε αλληλεπίδραση μαζί του, είναι ικανός να φέρει σαρωτικές αλλαγές σε μια κοινωνία, όταν σ’ αυτή έχει συντελεστεί όλη εκείνη η αναγκαία από τους ανθρώπους εργασία, για να παραχθεί η απαιτούμενη ύλη που ο έρωτας θα μετασχηματίσει σε ένα συλλογικό θαύμα. Για να πειστούμε περί τούτου δεν έχουμε παρά να ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στα κορυφαία ιστορικά γεγονότα. Μοιάζουν όλα με ανεξήγητες εκρήξεις που άλλαξαν άρδην την μέχρι εκείνη τη στιγμή, φαινομενικά τουλάχιστον, τελματωμένη πραγματικότητα. Πριν, ωστόσο, από την συλλογική ερωτική παραφορά της Γαλλικής Επανάστασης έχουμε τον τριακοσίων χρόνων πνευματικό μόχθο της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Θέλω να πω με αυτό το παράδειγμα ότι τίποτα δεν γίνεται με ένα μεταφυσικό «γεννηθήτω». Οι αλλαγές απαιτούν δουλειά και ο έρωτας είναι εκεί , για να παίξει το διεγερτικό και παρωθητικό του ρόλο, όταν οι συνθήκες θα  έχουν ωριμάσει.  

 

ArtScript: Έχετε γράψει ένα πολιτικό βιβλίο, οπότε θα μου επιτρέψετε μια πολιτική ερώτηση. Τον τελευταίο καιρό ακούμε όλο και πιο συχνά ότι η παιδεία ή το 8ωρο είναι παρωχημένα. Για εσάς ισχύει αυτή η άποψη ή μήπως νοιώθετε ότι η εποχή μας έχει μια τάση να πηγαίνει προς τα πίσω, όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και κυρίως τα εργασιακά και αυτά που αφορούν τις ίσες ευκαιρίες;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Χαίρομαι που προσδιορίσατε το μυθιστόρημά μου ως πολιτικό, γιατί οι περισσότεροι παρασυρμένοι από το κεντρικό του εύρημα το κατατάσσουν στην επιστημονική φαντασία, κάτι που θα έλεγα ότι το αδικεί ως προς τις προθέσεις του τουλάχιστον. Αυτό σημαίνει ότι είστε διεισδυτική αναγνώστρια, κάτι άλλωστε που μαρτυρούν και οι ερωτήσεις που μου θέτετε και για τις οποίες σας είμαι ευγνώμων. Θα σας απαντήσω, λοιπόν, ευθέως ότι τόσο η παιδεία, όπως προηγουμένως εξήγησα, όσο και το 8ωρο είναι παρωχημένα. Όχι όμως για το λόγο που οι μέντορες του ακραίου και άφρονος καπιταλισμού και οι πολιτικοί τους εξυπηρετητές ισχυρίζονται, ούτε βέβαια υπό το πρίσμα της δικής τους στόχευσης, που δεν είναι άλλη από την κοινωνική απορρύθμιση, προκειμένου σε απόλυτο ρυθμιστή να αναδειχτεί η απρόσωπη Διεθνής των Αγορών. Αν δούμε το ζήτημα από κοσμοσυστημική σκοπιά ουσιαστικά βιώνουμε το τέλος της πρώιμης φάσης του ανθρωποκεντρισμού στον δυτικό κόσμο, που ξεκίνησε από τον Διαφωτισμό και ως φαίνεται εξαντλεί τα καύσιμά του κάπου εδώ. Όλη αυτή η περίοδος βασίστηκε πολιτικά σε μια δημοκρατία των δικαιωμάτων, που, όπως προανέφερα, δεν είναι παρά μια εκλόγιμη μοναρχία. Η ευάριθμη διεθνώς προνομιακή ομάδα των  κάτοχων της εξουσίας, ουσιαστικά ιδιοκτήτες του ίδιου του πολιτικού συστήματος, αποχαλινωμένοι από τη δύναμη που τους επιφυλάσσει οδηγούν τα πράγματα στα ακρότατα όριά τους, εξουδετερώνοντας όμως εν αγνοία τους αυτό που αποτελούσε την καύσιμη ύλη του συγκεκριμένου συστήματος, δηλαδή τα δικαιώματα. Αυτό με έναν τρόπο, ειρηνικό ή μη, θα σημάνει και το τέλος του και συνάμα τη μετάβαση στην επόμενη φάση του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος μεγάλης κλίμακας, εκείνη της αντιπροσώπευσης, όπου το σώμα των πολιτών θα είναι ο εντολέας και οι αντιπρόσωποί του οι υπό διαρκή λογοδοσία εντολοδόχοι του. Για μια πιο εμπεριστατωμένη εικόνα σχετικά με αυτή τη θεώρηση, θα μου επιτρέψετε να παραπέμψω τους αναγνώστες σας στην κοσμοσυστημική γνωσιολογία του καθηγητή Γιώργου Κοντογιώργη, που ουσιαστικά εισάγει μια νέα επιστήμη του κοινωνικού και πολιτικού φαινομένου. Εγώ θα αρκεστώ πολύ απλά να πω, απαντώντας στην ουσία του ερωτήματός σας, ότι ναι το 8ωρο είναι παρωχημένο, γιατί με δεδομένη την αύξηση του πληθυσμού και τον πολλαπλασιασμό της παραγωγικής δύναμης των μηχανών και των έξυπνων τεχνικών συστημάτων η απαιτούμενη εργασία για την παραγωγή του αναγκαίου για κάθε κοινωνία πλούτου είναι πολύ λιγότερη. Όταν, λοιπόν, τις αποφάσεις στο προκεχωρημένο πολιτικό στάδιο της αντιπροσώπευσης - που είναι ένα πριν την καθολική δημοκρατία -  θα τις λαμβάνουν οι πολλοί, δεν θα έχουν κανέναν πρακτικά λόγο να το διατηρούν. Αντίθετα, η κατάργησή του θα φέρει το τέλος της ανεργίας και των ακραίων ανισοτήτων μαζί με την εξάλειψη της αισχροκέρδειας και της άλογης, σκανδαλώδους συσσώρευσης πλούτου. Οι 6 ή και οι 4 ακόμη ώρες εργασίας θα είναι αρκετές για να ζουν οι πολίτες με αξιοπρέπεια και ο πλεονάζων πλούτος να διατίθεται για τα ποικίλα κοινωνικά έργα, την οικονομική ανάπτυξη και την προαγωγή του πολιτισμού. Τις υπόλοιπες ώρες του εικοσιτετραώρου του ο πολίτης θα τις αφιερώνει στην αναγκαία πολιτική εργασία, στην προσωπική και οικογενειακή του ζωή, στα χόμπι του και ούτω καθ’ εξής. Για όσους, δε, ανησυχούν για το τι θα γίνει με την ανθρώπινη φιλοδοξία και ενδεχομένως φοβούνται ότι έτσι θα χαθεί η δυνατότητα να δείχνει ο καθένας τις ιδιαίτερες δυνατότητές του μέσα σε ένα πλαίσιο δυνάμει εξισωτισμού, θα επισημάνω ότι το παράδειγμα του ελληνικού κοσμοσυστήματος μικρής κλίμακας ανέδειξε έναν Περικλή, ένας Θουκυδίδη, έναν Ευριπίδη, έναν Φειδία και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Δυστυχώς, ως γενιά της μετάβασης την καταστρατήγηση του 8ωρου τη βιώνουμε οικτρά ως αυθαιρεσία των ολίγων και κατάρρευση του κόσμου των δικαιωμάτων των πολλών. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το σημείο όπου οι πολλοί καλούνται να αντιδράσουν και συσπειρωμένοι γύρω από το χειραφετικό πρόταγμα της δημοκρατίας να αναζητήσουν τους τρόπους της ανατροπής.   

 

ArtScript: Το βιβλίο σας «Το τσιπάκι της γνώσης» μεταφράστηκε πρόσφατα στα αγγλικά. Δεν είναι συνηθισμένο για έλληνες συγγραφείς να μεταφράζονται τα βιβλία τους σε ξένες γλώσσες και να έχουν την ευκαιρία να διαβαστούν από πολίτες ξένων χωρών. Πώς νοιώθετε που το βιβλίο σας έχει αυτή τη δυνατότητα και τι πιστεύετε ότι ήταν αυτό που το έκανε να ξεχωρίσει ώστε να μεταφραστεί ;

Βαγγέλης Κάλιοσης:  Στις 2 Ιουλίου του 2020 το «Chip of Knowledge» βρέθηκε στην πρώτη θέση της σχετικής κατάταξης της Amazon στην κατηγορία science fiction. Εκείνη τη μέρα δεν σας κρύβω ότι ένιωσα ένα υπέροχο αίσθημα δικαίωσης. Για να φτάσω μέχρι εκεί λειτούργησε τρόπον τινά το συν Αθηνά και χείρα κίνει. Τι εννοώ; Πριν το βιβλίο μου εκδοθεί τελικά στην Ελλάδα από τον Κάκτο - έναν από τους δυο τρεις σοβαρότερους εκδοτικούς οίκους στην Ελλάδα, του αείμνηστου Οδυσσέα Χατζόπουλου, που συνεχίζει πλέον επαξίως τη στιβαρή εκδοτική του διαδρομή υπό τη διεύθυνση του ανάλογα αξιόλογου ανιψιού του Γιάννη Λεβέντη – είχα εισπράξει καμιά δεκαπενταριά απορρίψεις, ακόμη και από εκδοτικούς οίκους με τους οποίους είχα στο παρελθόν συνεργαστεί. Ειλικρινά οι απαντήσεις που λάμβανα με έθλιβαν. Πέρα από τα τετριμμένα περί κρίσης, θα σας αναφέρω κάτι χαρακτηριστικό που είναι συνάμα και αποκαλυπτικό της νοσηρότητας που διακρίνει πλέον την ελληνική κοινωνία. Υπήρξε, λοιπόν, εκδοτικός οίκος, από τους πλέον εμπορικούς, που μου απάντησε ότι «εμείς εκδίδουμε μόνο κοινωνικά μυθιστορήματα (!)». Έχοντας εσείς διαβάσει το μυθιστόρημα, αντιλαμβάνεστε τι σημαίνει αυτό. Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα. Τότε, λοιπόν, τρέφοντας εμπιστοσύνη στο πόνημά μου και έχοντας πεισμώσει, μπήκα στη διαδικασία να το μεταφράσω σε ανεξάρτητο επαγγελματία μεταφραστή, τον εξαιρετικό Δημήτρη Θανασούλα, με σκοπό να αναζητήσω εκδότη στο εξωτερικό. Έτσι ίσχυσε και στην περίπτωσή μου το ουδέν κακόν αμιγές καλού. Η μοίρα του βιβλίου μου συναντήθηκε με εκείνη της Ontime Books, ενός νέου και δυναμικού λονδρέζικου εκδοτικού οίκου που έχει αναλάβει το επιχειρηματικό διάβημα να διακινήσει τα βιβλία Ελλήνων και Κυπρίων συγγραφέων σε όλον τον αγγλόφωνο κόσμο. Επικεφαλής του είναι ο έμπειρος και ευφυής Δημήτρης Χριστοδούλου, εγγονός του μεγάλου ποιητή και στιχουργού. Ο λόγος που επέλεξε το μυθιστόρημά μου είναι γιατί είδε σ’ αυτό κάτι πρωτοποριακό, ικανό να κεντρίσει το ενδιαφέρον των ξένων αναγνωστών. Είναι άλλωστε και λάτρης του είδους. Και πράγματι, όταν τον Ιούνιο το βιβλίο μου έγινε Book of the Day στη μεγάλη αμερικάνικη πλατφόρμα Online Book Club με κριτική που πήρε τρία στα τέσσερα αστέρια, τα σχόλια που προκάλεσε τόσο στην πλατφόρμα όσο και στα μέσα κοινωνική δικτύωσης ήταν τόσα και τέτοιας ποιότητας που στην Ελλάδα πρέπει να περιμένεις μια ζωή για να προκύψουν. Αυτή η εξωστρέφεια με έχει πραγματικά συναρπάσει και έχει προσδώσει άλλης δυναμικής κίνητρα στην συγγραφική μου ενασχόληση. Είμαι πραγματικά ευτυχής που στην Ελλάδα το βιβλίο μου κυκλοφορεί από τον Κάκτο, τον εκδοτικό οίκο που έχει συστήσει στο ελληνικό κοινό τον Όργουελ και τον Χάξλεϋ, και στο εξωτερικό από την ελπιδοφόρα Ontime Books που έχω την αίσθηση ότι θα αφήσει εποχή.

 

ArtScript: Έχετε διατελέσει διευθυντής του Δημόσιου ινστιτούτο Επαγγελματικής Κατάρτισης των Φυλακών Κορυδαλλού. Οι άνθρωποι που έχουν εκτίσει την ποινή τους θεωρείτε ότι αντιμετωπίζονται σαν ίσα μέλη της κοινωνίας όταν αποφυλακιστούν; Έχουν ίσες ευκαιρίες; Και πόσο ευαισθητοποιημένοι είμαστε οι υπόλοιποι πολίτες απέναντι τους;. Υπό ποιές συνθήκες  θα είναι εύκολο για εκείνους να επανενταχθούν στην κοινωνία;      

Βαγγέλης Κάλιοσης: Ευτύχησα επαγγελματικά να ξεκινήσω τη λειτουργία του Δημόσιου Ιστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης στις Φυλακές Κορυδαλλού με πολλές, εύλογες σε ένα βαθμό, δυσκολίες και εξαιρετικά αποτελέσματα. Η θητεία μου στην εκπαίδευση εντός των σωφρονιστικών ιδρυμάτων με έπεισε πέρα ως πέρα για τις μεταμορφωτικές δυνατότητες της εκπαίδευσης. Δυστυχώς, όμως, στη χώρα μας υφίσταται καθολική σχεδόν έλλειψη δομών στήριξης των αποφυλακισθέντων, με αποτέλεσμα ό,τι χτίζεται να γκρεμίζεται πολύ άμεσα και συντριπτικά από την ίδια την εκτός των τειχών πραγματικότητα. Θα αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Σαραντάχρονος σπουδαστής στην ειδικότητα της Γραφιστικής ανακαλύπτει έκπληκτος ότι διαθέτει σχεδιαστικό ταλέντο, κάτι βέβαια που τον ενθουσιάζει, ενώ οι δημιουργίες του εκπλήσσουν και τους ίδιους τους εκπαιδευτές του. Ένα χρόνο μετά και αφού έχει ολοκληρώσει τα δύο από τα τέσσερα εξάμηνα της φοίτησής του, αποφυλακίζεται. Δηλώνει επίμονα την επιθυμία του να συνεχίσει τη σπουδή εκτός φυλακής σε κάποιο ΔΙΕΚ της Αττικής και υποβάλλει σχετική αίτηση. Του εξασφαλίζουμε την απαιτούμενη μετεγγραφή υπερβαίνοντας τα σχετικά γραφειοκρατικά εμπόδια και διασφαλίζοντας παράλληλα την απαραίτητη σε τέτοιες περιπτώσεις εχεμύθεια. Λίγους μήνες μετά ο συνάδελφος διευθυντής του συγκεκριμένου ΔΙΕΚ με πληροφόρησε ότι εγκατέλειψε, γιατί δεν ήταν σε θέση να υπερβεί τις βιοτικές δυσκολίες, προκειμένου να ικανοποιήσει τη διαπιστωμένη δίψα του για εκπαίδευση. Λυπάμαι κάθε φορά που το φέρνω στο νου μου. Η πολιτεία δίνει μια δεύτερη ευκαιρία και την ξαναπαίρνει πίσω, επειδή δεν έχει φροντίσει να τη θωρακίσει επαρκώς. Άρα, δεν μπορούμε να μιλάμε ακόμη για ίσες ευκαιρίες σε καμία περίπτωση. Απέχουμε πολύ από κάτι τέτοιο. Όσο για τις συνθήκες που θα καθιστούσαν εφικτή την επανένταξή τους, για μένα συνοψίζονται στο τρίπτυχο: εκπαίδευση, εργασία, ψυχαγωγία. Με τα τρία αυτά υλικά και ένα επαρκές δίκτυο στήριξης κατά την αποφυλάκιση θα μπορούσαν να γίνουν σπουδαία πράγματα με λίγα χρήματα και πολλαπλάσιο κοινωνικό όφελος.   

 

ArtScript:  Έχετε γράψει ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα, δοκίμια. Ξεχωρίζετε κάποια από τις δουλειές σας ως την πιο αγαπημένη ίσως, και αν ναι ποια είναι αυτή;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Όλα μου τα βιβλία είναι αναβαθμοί στη συγγραφική μου εξέλιξη και ως εκ τούτου μου είναι το ίδιο αγαπημένα. Ίσως έχω κατά τι περισσότερο αδυναμία στο μυθιστόρημά μου «Και τώρα τι θα γίνουμε χωρίς τρομοκράτες» που  κυκλοφόρησε το 2006 από τις εκδόσεις Καστανιώτη, γιατί ενώ χαρακτηρίστηκε από το πιο έγκριτο λογοτεχνικό περιοδικό της εποχής, το περιοδικό “Διαβάζω”, ως ό,τι καλύτερο έχει γραφεί για την τρομοκρατία από όλες τις κατηγορίες κειμένων, δεν κατάφερα τότε λόγω πολλαπλότητας υποχρεώσεων και έλλειψης των μέσων προώθησης που σήμερα διαθέτουμε να το στηρίξω όσο του άξιζε. Ευελπιστώ ότι στο κοντινό μέλλον θα του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία με μία επανέκδοση.

 

ArtScript: Γράφετε κάτι αυτή την περίοδο και αν ναι θα θέλατε να μας δώσετε μια γεύση;  

Βαγγέλης Κάλιοσης: Ναι, έχω ξεκινήσει να δουλεύω πάνω σε ένα κειμενικό είδος με το οποίο αναμετρώμαι για πρώτη φορά, αυτό της βιογραφίας, και δεν σας κρύβω ότι με έχει ενθουσιάσει. Είναι τελείως διαφορετική υπόθεση. Προϋποθέτει έρευνα, πάρα πολλές συνεντεύξεις και μια συγγραφική προσέγγιση που δεν μοιάζει σε τίποτα σχεδόν με ό,τι έχω κάνει μέχρι τώρα. Πρόκειται για τη βιογραφία της πρώτης ουσιαστικά γυναίκας αστροφυσικού στην Ελλάδα,  της κ. Μαίρης Κοντιζά, η οποία ξεκινώντας τη διαδρομή της από τη δεκαετία του ‘60 έφτασε μέχρι τη NASA, ενώ έγινε και η πρώτη γυναίκα – υπογραμμίζω: όχι η πρώτη Ελληνίδα, η πρώτη γυναίκα γενικώς - Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Αστρονομικής Ένωσης, της ευρωπαϊκής δηλαδή NASA. Αυτά είναι επιτεύγματα που από μόνα τους κινητοποιούν το ενδιαφέρον να μάθει κανείς πώς προέκυψαν. Ωστόσο, επειδή έχω τη σπάνια τύχη να γνωρίζω προσωπικά την κ. Κοντιζά - όπως και τον σύζυγό της τον κ. Ευάγγελο Κοντιζά, πρώην Διευθυντή του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών - και να απολαμβάνω τη φιλία τους, σας διαβεβαιώνω ότι το ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον βρίσκεται στην ίδια την προσωπικότητά της και τις συνθήκες που τη διαμόρφωσαν. Οι καταβολές της έχουν κάτι το εξόχως μυθιστορηματικό και, όταν τις πληροφορήθηκα, μου κινητοποίησαν το εξής ερώτημα: τι είναι αυτό τελικά που διαμορφώνει έναν σπουδαίο επιστήμονα ή μια ξεχωριστή προσωπικότητα; Το βιβλίο φιλοδοξώ να είναι η απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα.

 

 

Διαβάστε επίσης: