Κωνσταντίνα Τασσοπούλου 

Με αφορμή το βιβλίο της «Το πιάτο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Υδροπλάνο», και αφορά τα ρεύματα μετανάστευσης του ελληνικού πληθυσμού στα μέσα του περασμένου αιώνα, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τη συγγραφέα Κωνσταντίνα Τασσοπούλου, για τη μετανάστευση από, αλλά και προς την Ελλάδα. Πως αντιμετωπίζουμε οι έλληνες τους μετανάστες και τους πρόσφυγες που φτάνουν στη χώρα μας; Επίσης αναφερθήκαμε στο πώς καταμερίζεται το 24ωρο ενός εργαζόμενου και για το οχτάωρο, που τείνει να καταργηθεί στην χώρα μας. Αυτά ανάμεσα σε πολλά ακόμα θέματα πρόσφορα για συζήτηση, που είχαμε τη χαρά να κάνουμε μαζί της.   

 

ArtScript: Πείτε μας λίγα για εσάς, ένα σύντομο βιογραφικό.

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου: Είμαι η Κωνσταντίνα Τασσοπούλου και όσο θυμάμαι τον εαυτό μου παρατηρούσα, έπλαθα ιστορίες με το νου μου, ονειροπολούσα και έγραφα. Μου αρέσει που σήμερα μπορώ να ονομάζω τον εαυτό μου συγγραφέα.

 

ArtScript: Από πού εμπνέεται τις ιστορίες της η Κωνσταντίνα και πως προτιμάει να περνάει τον ελεύθερο χρόνο της;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Εμπνέομαι από παντού, από οτιδήποτε. Από κάτι που είδα, από έναν άνθρωπο, από μια κίνηση, από κάτι που αισθάνθηκα. Κυρίως η παρατήρηση είναι που μου χαρίζει την έμπνευση, μαζί με την συγκίνηση. Εάν κάτι με συγκίνησε, θέλω να το καταγράψω για να κάνω και τους άλλους να συγκινηθούν με αυτό, όπως και με τον τρόπο που το είδα. Συναισθήματα αφήνω στο χαρτί, περισσότερο από ιστορίες με δράση. Ο ελεύθερος χρόνος μου προσπαθώ να γεμίζει με το δικό μου άδειασμα. Με ελευθερία. Ελεύθερος χρόνος είναι ο χρόνος χωρίς συγκεκριμένο ραντεβού, χωρίς κάτι συγκεκριμένο να περιμένει.

 

ArtScript: Στο βιβλίο σας «Το πιάτο» μόλις ο Γιώργος φόρεσε τα φθαρμένα παπούτσια του προπάππου του, μπήκε στη θέση του. Πόση δύναμη έχουν οι ιστορίες, ώστε η αφήγησή τους να μετατρέπει τους ακροατές (αναγνώστες, θεατές κ.ο.κ.) σε ‘‘πρωταγωνιστές’’;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Οι ιστορίες έχουν την δύναμη, όχι η ιστορία μόνη της. Η προσωπική ιστορία κάποιου μέσα στον πόλεμο, όχι γενικώς ο πόλεμος ως κομμάτι της ιστορίας. Μια μάχη αποτελείται από αριθμούς νεκρών, αλλά η προσωπική ιστορία κάποιου από τους αριθμούς, είναι κάτι άλλο. Κάτι μετρήσιμο, τελικά. Κάτι που μας φέρνει κοντά στο προσωπικό δράμα, μεγαλώνοντάς το.

 

ArtScript: Ο καπετάνιος του πλοίου θα χαρίσει ένα πολεμικό κράνος στον Γιώργο. Σε περιόδους ειρήνης τι κράνος χρειαζόμαστε για να δώσουμε τις μάχες μας; Ή μήπως η ειρήνη μας εξασφαλίζει, ώστε να μη χρειαζόμαστε κράνη;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Κράνος, καπέλο, κάτι να μας σκεπάζει και να μας προστατεύει, πάντα το έχουμε ανάγκη. Κάθε ζωή είναι γεμάτη μάχες, πολεμικές ή ειρηνικές. Και αν ακόμα υπάρχει ειρήνη εξασφαλισμένη, χρειάζεται να δώσουμε μάχες για να την εξασφαλίσουμε, να την κρατήσουμε. Μάχες ακόμα και με τους εαυτούς μας. Δεν υπάρχει ζωή χωρίς μάχη.

 

ArtScript: Η Ελλάδα είναι μια χώρα με μακρά παράδοση στην μετανάστευση. Έλληνες έφευγαν τον 20ου αιώνα, φεύγουν όμως και τον 21ο αιώνα. Από την άλλη η Ελλάδα δέχεται μετανάστες από άλλες χώρες. Πως φερόμαστε οι έλληνες στους μετανάστες που φτάνουν ως εδώ;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Σίγουρα κάθε άνθρωπος φέρεται διαφορετικά. Κάθε Έλληνας δεν είναι ο ίδιος Έλληνας με τον διπλανό του. Δεν είμαι σίγουρη για το πως φερόμαστε γενικά. Κάθε περίπτωση είναι άλλη. Έχουμε από τη φύση μας όμως, σε μεγάλο αριθμό, μια ψυχοπονιά, όπως και σε μεγάλο αριθμό έχουμε και μια δισπιστία ως προς το διαφορετικό και το ξένο. Επίσης, σε μεγάλο βαθμό έχουμε και την τάση να πέφτουμε με τα μούτρα ή στο να αγκαλιάσουμε κάποιον ή στο να τον σταυρώσουμε άρον άρον. Εύχομαι να μπορούμε να φερόμαστε με ανθρωπιά και σύνεση, σε κάθε περίπτωση μετανάστευσης.

 

ArtScript: Τον 20ο αιώνα οι μετανάστες προορίζονταν για εργατικά χέρια, τον 21ο αιώνα πολλά από τα παιδιά που έφυγαν ήταν μορφωμένα. Διακρίνετε εσείς άλλες διαφορές ανάμεσα στα μεταναστευτικά κύματα, τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να κρατήσει τα παιδιά της;    

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Οι διαφορές είναι επιφανειακές, αισθητικές, πρακτικές. Τότε κρατούσαν μπαούλα και παλιομοδίτικες βαλίτσες, τώρα κρατούν ένα σύγχρονα laptop. Τότε ταξίδευαν με πλοίο, τώρα με αεροπλάνο. Τότε ο κόσμος ήταν πιο μεγάλος, το άγνωστο πιο μακρινό, τώρα υπάρχει το διαδίκτυο που φέρνει το μακριά πιο κοντά. Οι εικόνες είναι οικείες, ξέρουν οι άνθρωποι τι περίπου θα συναντήσουν και έχουν καλύτερα προετοιμαστεί. Όμως, η ουσία της ξενιτιάς και ο πυρήνας της δυσκολίας που υπάρχει όταν ένας άνθρωπος αφήνει μια πατρίδα πίσω, προκειμένου να βρει μια καινούργια μπροστά, παραμένει ατόφια και εξίσου σκληρή.

 

ArtScript: Στο βιβλίο σας «Το Πιάτο» αναφέρεστε και στο οχτάωρο. Πως σας ακούγονται τα νομοσχέδια του υπουργείου εργασίας για 13 ώρες εργασίας, εργασία τις Κυριακές κ.ο.κ.; Θεωρείτε ότι η γενιά μας έχει χάσει τα κεκτημένα περασμένων δεκαετιών και αιώνων; Μπορεί να κάνει κάτι για να τα πάρει πίσω;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Η γενιά μας έχει χάσει το παιχνίδι με τον χρόνο, ανεξαρτήτως ωραρίου. 8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ύπνου, 8 ώρες ανάπαυσης, στα αλήθεια έτσι μοιράζονται; Ας πιάσουμε τις 8 ώρες ανάπαυσης. Είναι όντως 8; Οι μετακινήσεις τρώνε κάποιες από αυτές, το άγχος τις καταβροχθίζει όλες, η αβεβαιότητα και η διάσπαση σε εκατοντάδες κομμάτια μέσω tablets, κινητών, τοξικότητας, στρες, κάθε μέρα, ροκανίζει κάθε λεπτό. Πριν ακόμα έρθει ένα νομοσχέδιο να σφραγίσει επίσημα κάτι, ο καθένας στη ζωή του μπορεί να παρατηρήσει, πόσες παραπάνω από 8 ώρες δουλεύει κάθε μέρα και κυρίως, πόσες ώρες ανάπαυσης θυσιάζει.

 

ArtScript: Επανήλθατε στο θέμα της μετανάστευσης και στο νέο σας παιδικό βιβλίο «Δυο φτερά». Σε αυτό θέλετε να τονίσετε την καχυποψία που νιώθουμε απέναντι στο διαφορετικό. Είναι πιο εύκολο να αρνούμαστε κάτι που δεν γνωρίζουμε από το να προσπαθούμε να το κατανοήσουμε και να το αποδεχτούμε, κι αν ναι ποιος θεωρείτε ότι είναι ο λόγος;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Φυσική αντίδραση στο άγνωστο και σε αυτό που έρχεται να διαταράξει τη ρουτίνα. Αυτή είναι αρχικώς η καχυποψία. Όσο γνωρίζουμε κάτι, έρχεται η εξοικείωση. Με την εξοικείωση, μειώνεται ο φόβος. Και όσο πιο σταθεροί και ισχυροί είμαστε εμείς οι ίδιοι στη σχέση με τον εαυτό μας, τόσο λιγότερο θα μας ταράξει ο ερχομός του καινούργιου ανθρώπου ή της καινούργιας συνθήκης.

 

ArtScript: Με αφορμή το βιβλίο σας «Το Βήμα του Σκύλου οδηγού», τι πιστεύετε ότι θα σας έλεγαν αυτά τα ζώα που φροντίζουν για την ασφάλεια των ανθρώπων, που τους οδηγούν στο χάος της κάθε πόλης. Τι σεβασμός υπάρχει από τους ανθρώπους στους συνανθρώπους τους, που είτε έχουν προβλήματα όρασης, είτε κινητικά, αλλά απέναντι και στα ζώα, κυρίως τα αδέσποτα;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Μα, εμένα μου μίλησαν αυτά τα ζώα... «Το Βήμα του Σκύλου οδηγού» είναι γεμάτο από τις δικές τους μαρτυρίες που μου εμπιστεύτηκαν και ναι, μου συζήτησαν περί σεβασμού που πολλές φορές δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει γενικώς, όχι μονάχα στους ανθρώπους με αναπηρίες και προβλήματα όρασης

 

ArtScript: Γράφετε κάτι αυτή την περίοδο, κι αν ναι θα θέλατε να μας δώσετε μια γεύση;

Κωνσταντίνα Τασσοπούλου:  Μόλις ολοκλήρωσα τις απαντήσεις μου για μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη. Μέχρι εκεί μπορώ να σας πω...

 

 

Διαβάστε επίσης:

Μαίρη Βανδώρου