Κλαίρη Θεοδώρου

 

«Η Αποικία της Λήθης» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ψυχογιός, είναι το τρίτο βιβλίο της Κλαίρης Θεοδώρου, είχαν προηγηθεί τα βιβλία “SALVADERA” και “Globus”. Στο τελευταίο της βιβλίο ασχολείται με το κολαστήριο της Λέρου, ένα μέρος που κατέληγαν άτομα ανεπιθύμητα από τις οικογένειες τους, λόγω κάποιας ψυχικής πάθησης ή κάποιου παραστρατήματος. Πέρα από την κεντρική υπόθεση του βιβλίου, ο αναγνώστης παίρνει πολλές πληροφορίες για το τι συνέβαινε μέσα στο ίδρυμα και τη μεταχείριση που είχαν οι ασθενείς. Με αφορμή το θέμα του βιβλίου της, η συγγραφέας Κλαίρη Θεοδώρου απαντάει στις ερωτήσεις μας.

 

ArtScript: Λίγα λόγια για τον εαυτό σας, (ένα σύντομο βιογραφικό).

Κλαίρη Θεοδώρου: Γεννήθηκα το 1975 στην Αθήνα και πέρασα τα πρώτα παιδικά μου χρόνια στη Γερμανία. Είμαι απόφοιτος του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και έχω πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στη Διδακτική Ξένων Γλωσσών και την Εκπαιδευτική  Αξιολόγηση. Επίσης έχω σπουδάσει φωτογραφία κι έχω εργαστεί ως φωτογράφος και συντάκτρια στον ελληνικό τύπο. Σήμερα ζω με τον άντρα μου και τα τρία σκυλιά μας στην Αθήνα και εργάζομαι σε σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα ασχολούμαι με την καλλιτεχνική φωτογραφία, συμμετέχοντας σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. «Η Αποικία της Λήθης» είναι το τρίτο μυθιστόρημα μου. Κυκλοφορούν επίσης τα “Salvadera” και “Globus”.

 

ArtScript: Υπάρχει κάποιο βιβλίο, το οποίο όταν διαβάσατε το ζηλέψατε (με τη θετική έννοια της λέξης) και σκεφτήκατε «Κρίμα που δεν το έγραψα εγώ»;

Κλαίρη Θεοδώρου: Έχω ζηλέψει – με την καλή πάντα έννοια – πολλά βιβλία και αρκετούς συγγραφείς για τις ικανότητες τους στο λόγο και στη γέννηση ιστοριών. Θα αναφερθώ όμως στην πρώτη φορά που σκέφτηκα πόσο πολύ θα ήθελα να μπορούσα να γράψω ένα τέτοιο έργο – ήμουν δεν ήμουν δεκαέξι χρονών – και το συγκεκριμένο έργο ήταν το Τενεκεδένιο Ταμπούρλο του Γκύντερ Γκρας, βιβλίο για το οποίο ο συγγραφέας του κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας με σχεδόν 40 χρόνια καθυστέρηση. Είχα την τύχη να διαβάσω το βιβλίο αυτό στο πρωτότυπο και δεν θα ξεχάσω ποτέ την ιστορία του νάνου Όσκαρ Ματσεράτ με την υαλοκτόνο φωνή του.

 

ArtScript: Ποιος ήταν ο λόγος που σας κέντρισε το ενδιαφέρον και ασχοληθήκατε στο καινούργιο σας βιβλίο με την αποικία της Λέρου; Που στηριχτήκατε για την έρευνα σας όσο αφορούσε την «Αποικία ψυχασθενών Λέρου»;

Κλαίρη Θεοδώρου: Η έμπνευση για το βιβλίο αυτό ήρθε μέσω δύο φαινομενικά άσχετων μεταξύ τους συμβάντων. Αρχικά ήταν η πρώτη επίσκεψή μου στη Λέρο το 1993 και η σκοτεινή έλξη που ένιωσα αμέσως για το χώρο του Ψυχιατρείου και στη συνέχεια μια ασπρόμαυρη γαμήλια φωτογραφία που ανακάλυψα στο κατεδαφιστέο λόγω σεισμού πατρικό σπίτι του παππού μου. Η νύφη πόζαρε πανέμορφη και χαμογελαστή στο λευκό της νυφικό κρατώντας αγκαζέ το γαμπρό. Του γαμπρού η μορφή όμως ήταν όλη μουτζουρωμένη με μαύρο ανεξίτηλο μελάνι. Ακόμα θυμάμαι πως είχα ανατριχιάσει, όταν είχα πρωτοδεί αυτήν τη φωτογραφία. Ποιο μίσος θα μπορούσε να σπρώξει έναν άνθρωπο να προβεί σε μια τέτοια κίνηση; Κάπως έτσι άρχισα να πλάθω μέσα μου την ιστορία του βιβλίου αυτού συνθέτοντας αναδυόμενες μνήμες, βιώματα και πλαστές επινοήσεις και εντάσσοντάς τα στο κατάλληλο σκηνικό. Όσον αφορά τώρα την έρευνα για το συγκεκριμένο βιβλίο, τα πράγματα δεν ήταν πολύ εύκολα! Βασίστηκα κυρίως σε προσωπικές μαρτυρίες, στοιχεία που βρήκα στο διαδίκτυο, σε ιστορικά αρχεία, καθώς και στα ντοκιμαντέρ που έχουν γυριστεί κατά καιρούς για τη Λέρο και το Κρατικό Θεραπευτήριο. 

 

 

ArtScript: Ακόμα και στις μέρες μας (και προ οικονομικής κρίσης), βγήκαν στη δημοσιότητα θέματα με τη βάρβαρη συμπεριφορά μέρος του προσωπικού απέναντι σε ψυχικά ασθενείς. Η ευθύνη βαραίνει μόνο τους ανθρώπους που έρχονται άμεσα σε επαφή με τους ψυχικά ασθενείς ή θεωρείτε ότι είναι από τα θεμέλια όλο το σύστημα δομημένο λάθος. Θα είχατε κάτι εσείς να προτείνεται στους ιθύνοντες; 

Κλαίρη Θεοδώρου: Δυστυχώς τα λυπηρά αυτά φαινόμενα βάρβαρης συμπεριφοράς προς άτομα ψυχικά άρρωστα δεν είναι σπάνια και η ευθύνη δεν είναι πάντα μονόπλευρη. Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα και αρκετές φορές ευθύνεται και το ισχύον σύστημα. Και δεν εννοώ μόνο από άποψη στελέχωσης και επάρκειας προσωπικού, ώστε οι συνθήκες εργασίας να μην είναι εξοντωτικές, αλλά και από πολύ πιο πριν, από τον τρόπο επιλογής δηλαδή των εργαζομένων. Γιατί τα κριτήρια επιλογής του εργατικού δυναμικού, που προορίζεται για τη νοσηλεία τέτοιων περιπτώσεων, είναι αποφασιστικής σημασίας. Πρέπει λοιπόν να ληφθεί υπόψη το κατά πόσο έχει επιλέξει κανείς συνειδητά και από αγάπη προς τον συνάνθρωπο του τη συγκεκριμένη ενασχόληση καθώς και το αν έχουν οι νοσηλευτές τα κατάλληλα ψυχικά προσόντα για να αντεπεξέλθουν στις δύσκολες συνθήκες ή βρέθηκαν στον τομέα αυτό από μια κακή συμπλήρωση ενός μηχανογραφικού, σε μια ανώριμη ακόμα περίοδο της ζωής τους.

 

ArtScript: Τι δυσκολίες μπορεί να έχει το πάντρεμα της πραγματικότητας με τη μυθοπλασία; Ο συγγραφέας φέρει το βάρος της ευθύνης να μεταφέρει σωστά τα πραγματικά γεγονότα, ακόμα και όταν οι ήρωες του είναι πλάσματα της μυθοπλασίας;

Κλαίρη Θεοδώρου: Παρόλο που ο κύριος άξονας της υπόθεσης είναι μυθοπλασία, ήταν πολύ σημαντικό για μένα – αν και σαφέστατα δεν πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα - να είναι σωστά τα ιστορικά στοιχεία, καθώς και οι λεπτομέρειες στους τόπους και στην καθημερινότητα της κάθε χρονικής περιόδου που αναφέρεται στο βιβλίο. Προσπάθησα λοιπόν, όσο γινόταν, να διατηρήσω μια αντικειμενική, αμερόληπτη στάση και να αποφύγω τις εύκολες λύσεις και τις «κακοτοπιές», πράγμα που δεν ήταν πάντα εύκολο, καθότι πολλές από τις πληροφορίες που συγκέντρωσα ήταν μεταξύ τους αντικρουόμενες. Νομίζω όμως ότι στο τέλος κατάφερα να αποτυπώσω στις σελίδες μου την αλήθεια σχετικά με την πορεία του Κρατικού Θεραπευτηρίου Λέρου στο πέρασμα του χρόνου και να «παντρέψω» την ιστορία αυτή με τη δική μου, με την ιστορία δηλαδή της Έλλης και της οικογένειάς της.

 

ArtScript: Γράφετε στο βιβλίο σας, «Στη μυθοπλασία μπορεί! Η αληθινή ζωή αποδεικνύεται πάντα πολύ πιο σύνθετη και πολύπλοκη». Οι συγγραφείς θα μπορούσαν να θεωρηθούν «Θεοί» όσον αφορά τη ζωή των ηρώων τους, πόσο καθορίζουν τους ήρωες τους, οι μήπως οι τελευταίοι σε πείσμα των πρώτων έχουν κάποια αυτονομία παρασύροντας προς τα εκεί και το συγγραφέα τους;

Κλαίρη Θεοδώρου: Η συγκεκριμένη παρατήρηση είναι κάτι που έχω σκεφτεί πολλές φορές, αν είμαι δηλαδή εγώ εκείνη που με την πένα μου κατευθύνω και ορίζω το ριζικό των ηρώων μου ή αν τελικά είναι αυτοί που με έναν περίεργο, μαγικό σχεδόν τρόπο καθοδηγούν τη σκέψη και κατ' επέκταση τη γραφή μου. Δεν ξέρω, δεν έχω καταλήξει κάπου, ίσως τελικά να ισχύουν και τα δύο. Εγώ τους δίνω πνοή ζωής και ύπαρξης κι εκείνοι στη συνέχεια αποκτούν κατά μία έννοια σάρκα και οστά και καθοδηγούν τα βήματα μου, πολλές φορές σε άλλα μονοπάτια από αυτά που είχα αρχικά σκοπό.

 

ArtScript: Διαβάζοντας το βιβλίο, μου έκανε εντύπωση όταν ένας από τους ήρωες είχε τη δυνατότητα να φύγει από το νησί της Λέρου, καθώς είχαν αποκατασταθεί πλέον τα πράγματα στην «Αποικία», εκείνος προτίμησε να περάσει την υπόλοιπη ζωή του στο συγκεκριμένο νησί. Ήταν ο φόβος ότι δε θα κατάφερνε να επανενταχθεί στην κοινωνία ή ασυνείδητα είχε και μια διάθεση αυτοτιμωρίας,  η οποία ήταν κατάλοιπο των δυσκολιών και των απάνθρωπων συνθηκών  που είχε βιώσει στο Ψυχιατρείο;

Κλαίρη Θεοδώρου: Πρόκειται από τα στοιχεία που με σόκαραν περισσότερο όταν συνομίλησα κάποιες φορές τυχαία, σε επισκέψεις μου στη Λέρο, στα καφενεία των χωριών με ανθρώπους που υπήρξαν τρόφιμοι του ιδρύματος. Οι περισσότεροι λοιπόν από αυτούς δεν επιθυμούσαν πλέον να εγκαταλείψουν για κανένα λόγο το νησί. Από τη μία προφανώς δεν είχαν και πού να πάνε, από την άλλη όμως η δύναμη της συνήθειας και ο φόβος που πηγάζουν μέσα από την ιδρυματοποίηση είναι φοβερό πράγμα. “Γύρω μας η θάλασσα” μου είχε πει χαρακτηριστικά ένας γεράκος χωρίς ούτε ένα δόντι στο στόμα του, όταν τόλμησα να τον ρωτήσω σχετικά. “Γύρω μας η θάλασσα” αναφέρει και ο Άλκης στο βιβλίο. Και η θάλασσα αποτελεί στην προκειμένη περίπτωση τόσο έναν αόρατο τοίχο, τα σύρματα μιας φυλακής που μόνο εκείνοι βλέπουν, όσο όμως και το προστατευτικό στοιχείο που τους διαφυλάσσει από τον υπόλοιπο σκληρό και άγνωστο κόσμο.

 

ArtScript: Στο πρώτο βιβλίο σας “SALVADERA” η κεντρική ηρωίδα ζώντας σε μια ‘‘ασπρόμαυρη’’ και στερημένη πραγματικότητα αποφασίζει να κυνηγήσει το όνειρο που επαναλαμβάνεται συνέχεια κατά τη διάρκεια του ύπνου της. Ποιος είναι ο ρόλος των ονείρων στην πραγματικότητα για την ανθρώπινη ζωή, αυτός που μας σπρώχνει να βγάλουμε φτερά και να τα κυνηγήσουμε ή  τα όνειρα είναι χίμαιρες και τροχοπέδη στο να ζήσει κάποιος τις καταστάσεις που ισχύουν στη δεδομένη στιγμή;     

Κλαίρη Θεοδώρου: Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη βλέπει όνειρα, κι αυτό γιατί το όνειρο είναι μια απελευθέρωση των κρυφών σκέψεων και επιθυμιών του ατόμου, οι οποίες καταχωνιάζονται στο υποσυνείδητο, καθώς ο άνθρωπος αδυνατεί ή δεν τολμά να τις πραγματοποιήσει. Τα όνειρα, επομένως, αποτελούν μια άριστη δυνατότητα εκτόνωσης του νευρικού συστήματος. Το αναπόφευκτο όμως των ονείρων, η αδυναμία των ανθρώπων να ερμηνεύσουν ικανοποιητικά την προέλευση και τη σκοπιμότητά τους, αλλά και η προφητική τους, μερικές φορές διάσταση, έδωσαν στα όνειρα ιδιαίτερη αξία. 

 

ArtScript: Στο δεύτερο βιβλίο σας “Globus”, βλέπουμε τα πορτρέτα και τις προσωπικές ιστορίες πέντε γυναικών ανά τον κόσμο. Η ελληνίδα ηρωίδα, θέλει να φύγει από τα στενά όρια της επαρχιακής πόλης που κατοικεί και που οι ελευθερίες της, δεδομένου των κουτσομπολιών που κυριαρχούν ούτως ή άλλως σε περιοχές που όλοι, λίγο πολύ γνωρίζονται μεταξύ τους, καταφέρνει να έρθει στην πρωτεύουσα με εισιτήριο τις σπουδές της. Η ρωσίδα κυνηγάει τον έρωτα και τον έναν που θα κάνει τη διαφορά στη ζωή και στην καρδιά της ενώ η γερμανίδα χτίζει μια καριέρα. Πιο αδικημένες είναι η Αΐσα, στο Ντουμπάι όπου αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη μόρφωση της λόγω των κοινωνικών προκαταλήψεων που δε θέλει σε ορισμένες χώρες, μορφωμένες και ανεξάρτητες γυναίκες και η Κουβανή που ζει άσχημα στο πλάι του συζύγου της. Κι όμως σε όλες τις περιπτώσεις οι ηρωίδες, παρά την επιτυχία που κάποιες έχουν βιώσει, δεν είναι ικανοποιημένες, πάντα κάτι λείπει. Πόσο σκληρή είναι η μοίρα της γυναίκας ακόμα και στις μέρες μας, -πιθανόν σε κάποιες περιοχές ακόμα δυσκολότερη- τι μπορεί να φταίει. Ποιες ήταν οι ομοιότητες και οι διαφορές μεταξύ των ηρωίδων σας;     

Κλαίρη Θεοδώρου: Πάντα κάτι λείπει σε όλους τους ανθρώπους, όχι μόνο στις γυναίκες. Δυστυχώς ή ευτυχώς έχουμε το στοιχείο του ανικανοποίητου μέσα μας και όσα κι αν καταφέρουμε στη ζωή μας, πάντα θα θέλουμε και κάτι παραπάνω. Αυτό από τη μία είναι καλό, γιατί αποτελεί κινητήριο δύναμη, από την άλλη όμως, αν δεν θέσουμε κάποια όρια κι αν δεν μάθουμε να είμαστε ευτυχισμένοι και με πιο απλά πράγματα, καταδικάζουμε τον εαυτό μας να δυστυχήσει. Όσον αφορά το Globus η ιδέα ήταν ακριβώς αυτή, ότι δηλαδή πέντε τόσο διαφορετικές μεταξύ τους γυναίκες, μεγαλωμένες σε πέντε μακρινά μεταξύ τους σημεία του πλανήτη  - όχι μόνο ως προς την απόσταση, αλλά και ως προς την κουλτούρα, την καθημερινότητα και τις παραδόσεις – έχουν τελικά στην αναζήτηση της ευτυχίας κοινούς φόβους, κοινά εμπόδια και κοινά θέλω. 

 

ArtScript: Έχετε σπουδάσει φωτογραφία και έχετε εργαστεί ως φωτογράφος σε ελληνικά περιοδικά. Με τη διπλή ιδιότητα φωτογράφου και συγγραφέα, πιστεύετε ότι μια εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις; Υπάρχουν λέξεις που δεν μπορούν να αντικατασταθούν;

Κλαίρη Θεοδώρου: Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δύναμη της εικόνας είναι μοναδική, αυτό όμως δε σημαίνει ότι και η λέξη υστερεί. Απλά η εικόνα αφήνει το δέκτη να δώσει τις δικές του προεκτάσεις στο μήνυμα, τη δική του οπτική γωνία, ανάλογα πάντα με την ιδιοσυγκρασία και τα βιώματά του. Η λέξη όμως είναι αυτή που εξωτερικεύει αυτό που έχει στην ψυχή ή στη σκέψη του ο πομπός. Γι’  αυτό και το «πάντρεμά» τους είναι το ιδανικό. 

 

 

 

 

Διαβάστε επίσης :

              Στέργια Κάββαλου