ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΝΟΧΗΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΑΔΑΚΗΣ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΝΟΧΗΣ
-Εκδόσεις Πηγή-
«Ο κόσμος, φίλε μου, ο κόσμος… είναι υπέροχος… Αλλά, όχι για όλους…»
Ένας νέος, άνεργος άντρας πηγαίνει σε μια επιχείρηση, από όπου τον κάλεσαν για συνέντευξη. Στο αντίκρισμα του κτηρίου που στεγάζεται η εταιρεία ο άντρας γοητεύεται από την εμφάνιση και την τάξη, όμως σύντομα αντιλαμβάνεται ότι είναι δύσκολο να εισέλθει στο κτήριο μιας και δε βρίσκει την είσοδο, όταν τελικά του αποκαλύπτεται ότι το υπέρλαμπρο κτήριο, το τόσο τακτοποιημένο στα μάτια του διαβάτη έχει την είσοδο του σε ένα παλιότερα κτήριο, λίγο πολύ ερείπιο. Αφού καταφέρνει να διαβεί το κατώφλι έχει μια σειρά ‘‘άθλων’’ να πετύχει μέχρι να φτάσει στο γραφείο του υπεύθυνου. Αν και ο πραγματικός άθλος θα είναι αυτός που θα συναντήσει μετέπειτα ως εργαζόμενος. Άραγε θα καταφέρει να διατηρήσει την ανθρωπιά του ή θα ενταχθεί σε τέτοιο βαθμό ως εξάρτημα της επιχείρησης, που το μόνο που θα τον ενδιαφέρει θα είναι η εξέλιξη και η πώληση του προϊόντος που κρύβει μέσα στην τσάντα του;
«Ποιος στα αλήθεια νοιάζεται για τις αδυναμίες του κόσμου τους; Αυτοί που περνούν καλά, θέλουν να συνεχίσουν να περνούν καλά με τα ίδια δεδομένα. Αυτοί που δεν περνούν καλά, απλώς προσπαθούν να γίνουν οι μελλοντικοί ευχαριστημένοι, πάλι με τα ίδια δεδομένα. Γιατί, κανείς δεν μπορεί να διακρίνει το σφάλμα στο δεδομένο, διότι είναι πάγιο…»
Στο νέο του υπαρξιακό μυθιστόρημα ο Ιωάννης Λαδάκης παρουσιάζει από ένα υπερρεαλιστικό πρίσμα την καθημερινότητα της εποχής μας και τους ανθρώπους που αποτελούν τη σύγχρονη κοινωνία. Ο άνεργος, ο εργαζόμενος, ο εργοδότης, οι μετανάστες, οι άνθρωποι στις καφετέριες, των δρόμων, οι άστεγοι, οι ταξιδευτές ακόμη και οι τραπεζίτες. Η ζωή μέσα από την τηλεόραση. Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε τέσσερα μέρη, στο «Πιστεύω» στην «Ιστορία του άλλου», «Στην Ανοχή στη σκιά ενός χειμωνιάτικου δειλινού» και στη «Μοναξιά του ίχνους».
«Ένιωθε ότι ο χώρος που προσφέρει η σύγχρονη κοινωνία στους σύγχρονους ανθρώπους ήταν ανεπαρκής, ελάχιστος».
Ο συγγραφέας παρά το νεαρό της ηλικίας του, ίσως να είναι και ο λόγος, έχει απόλυτη επίγνωση της σύγχρονης μορφής εργασίας αλλά και της εργασιακής συμπεριφοράς και σχέσης και μάλιστα το βιβλίο του έρχεται πάνω στη στιγμή που οι εκλεγμένοι καταργούν ολοένα και πιο συχνά εργασιακά δικαιώματα. Ή μάλλον για να το θέσω πιο ρεαλιστικά, νομοθετούν κάθε είδος εργασιακών εκβιασμών, που συνήθιζαν να εφαρμόζουν από την εποχή της κρίσης αλλά και πιο πριν οι εργοδότες. Τονίζει όλα τα ψεύτικα που καταλήγουν να γίνονται βαρίδια στη ζωή, όπως είναι τα τηλεοπτικά προγράμματα και οι ειδήσεις ή τα ίχνη που αφήνουν πίσω τους οι εικονικοί φίλοι και οι διάφορες επιθυμίες. Οι αποφάσεις και οι διαθέσεις του ήρωα καταλήγουν να είναι φτερό που ταξιδεύει με το φύσημα του ανέμου. Ξεσκεπάζει κάθε υποκρισία σε δήθεν σχέσεις και προσπαθεί να πιαστεί από την αλήθεια της τέχνης για να μιλήσει για ό,τι τον ανησυχεί. Βαδίζει στο δύσκολο λογοτεχνικό μονοπάτι του σουρεαλισμού, μιας και όσα έχει να καταμαρτυρήσει στην εποχή μας ξεπερνάν το ρεαλισμό.
«Η πραγματικότητα παραμένει διαχρονικά η τέλεια σουρεαλιστική εικόνα».
Μαίρη Β.
Διαβάστε επίσης: