ΣΤΗ ΡΟΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΕΒΡΟΥ

 
 
 
 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΑΖΑΚΙΔΟΥ

ΣΤΗ ΡΟΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΕΒΡΟΥ

-Εκδόσεις Λυχνάρι-

«Ποιοι είναι σύμμαχοι μας και ποιοι εχθροί μας δεν το κανονίζουμε εμείς, άλλοι το αποφασίζουν, εμείς την ανθρωπιά μας μη χάσουμε».

Στο πρώτο της μυθιστόρημα η Κυριακή Καζακίδου, μέσα από τις ζωές των ηρώων της μας ξεναγεί σε ένα κομμάτι της ελληνικής ιστορίας, το οποίο δεν έχει προβληθεί  ιδιαίτερα στα βιβλία. Στη Θράκη  στα τέλη του δέκατου ένατου και στις αρχές του εικοστού αιώνα ζούνε αναμεμειγμένοι οι έλληνες, με τους τούρκους και τους βούλγαρους. Οι ελληνικές οικογένειες  έχοντας συσταθεί το ελληνικό κράτος, ζουν με τη φλόγα ότι η στιγμή που θα προσαρτηθούν τα εδάφη της Θράκης στην υπόλοιπη Ελλάδα δε θα καθυστερήσει. Από πλευράς τους οι βούλγαροι, με τη στήριξη της τσαρικής Ρωσίας, και έχοντας αποκοπεί από το πατριαρχείο, βλέπουν τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας ως ευκαιρία να φτάσουν στο Αιγαίο και να ανοιχτούν στη θάλασσα, πράγμα ωφέλιμο για το εμπόριο τους, και φυσικά οι Νεότουρκοι που θέλουν να διατηρήσουν τα εδάφη τους, κάνουν πραξικόπημα στο σουλτάνο και παίρνουν την εξουσία.

Ο Αναστάσης είναι δάσκαλος στην Αδριανούπολη. Όταν η μοίρα θα φέρει στο δρόμο του την όμορφη Μαργαρίτα, θα αποφασίσει να αφήσει στην άκρη τα σχέδια του για περαιτέρω σπουδές, και να φύγει μαζί της για τη Φιλιππούπολη στην οποία ζούνε οι παππούδες της που την μεγάλωσαν. Οι γονείς και η αδερφή του ανησυχούν με την απόφαση του νεαρού ζευγαριού, εφόσον η Φιλιππούπολη είναι υπό βουλγαρική διοίκηση, και συχνά οι βούλγαροι διαπράττουν ακρότητες ενάντια του ελληνικού πληθυσμού, εξαναγκάζοντας έλληνες να γίνουν εξαρχικοί ορθόδοξοι χριστιανοί. Παρά τον έρωτα των δύο νέων, στιγματισμένοι από τα ταραγμένα χρόνια όπου ζουν και σε μια περιοχή που διεκδικείται, από τρεις λαούς, θα βιώσουν πολλές περιπέτειες.

Οι πληθυσμοί στη Θράκη δεν είναι απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο, αλλά ζυμωμένοι αναμεταξύ τους. Μπορεί η μητρική τους γλώσσα να είναι διαφορετική, η θρησκεία και η εθνικότητα τους, αλλά τα βάσανα του ενός γίνονται βάσανα και του άλλου. Μπορεί οι κυβερνήσεις και οι μεγάλες δυνάμεις να αποφασίζουν πότε το ένα και πότε το άλλο για τις περιοχές και τους πληθυσμούς, αλλά εκείνοι που γειτνιάζουν καταλαβαίνουν τις ανάγκες τους και κλαίνε με τη δυστυχία τους. Φυσικά δεν μπορούν να λείψουν και οι κερδοσκόποι, μήπως λείπουν ποτέ αυτοί από τη δυστυχία;

«κι ένιωσε ότι ο πόλεμος είχε μπει για τα καλά μέσα του, οι συνέπειες του, τι κι αν δεν πολεμούσε κάπου, τι κι αν δεν κρατούσε όπλο. Ο πόλεμος αποφάσισε, ο πόλεμος δούλευε ύπουλα, το εμείς κι αυτοί, το εμείς και οι άλλοι είχε αρχίσει να τους ακουμπά».

Το βιβλίο της Καζακίδου είναι προσεγμένο και έχει πολλά να πει. Δεν ξεχωρίζει τους ανθρώπους, αν και μιλάει από την πλευρά των ελλήνων, μιλάει για τον πόνο του κάθε Θρακιώτη. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο και από ένα τραγούδι που τα μισά του λόγια ήταν βουλγάρικα, τα άλλα τούρκικα και τα υπόλοιπα ελληνικά. Για τρεις λαούς ξεριζωμένους μιλούσε, να ξεριζώνονται πότε ο ένας, πότε ο άλλος, ανάλογα με το ποιος κάθε φορά είχε το πάνω χέρι. Για ένα τραγούδι που μιλούσε για τον πόνο που προκαλεί το μίσος, για ένα τραγούδι που δείχνει πως όλοι οι άνθρωποι νιώθουν με τον ίδιο τρόπο τα αισθήματα. Κι όσο για το ποτάμι του Έβρου, η ροή είναι η φωνή του που κατηγορεί τους ανθρώπους για τις πράξεις που οδηγούν στη δυστυχία. Από τα καλύτερα ιστορικά μυθιστορήματα που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια και που τιμά το είδος του και ψυχογραφεί τους ήρωες του, όχι ως υπέρ-ήρωες αλλά ως απλούς ανθρώπους.

Μαίρη Β.

 

 

Διαβάστε επίσης: