ΟΙ ΓΚΑΖΟΖΕΣ

 
 
 

ΕΡΤΖΑΝ ΚΕΣΑΛ

ΟΙ ΓΚΑΖΟΖΕΣ

-Εκδόσεις Ωκεανός-

«Δεν χωρέσαμε όλοι στο τραπέζι της γης. Έχουμε πνιγεί στη θάλασσα της αλαζονείας αλλά δεν το έχουμε αντιληφθεί. Ο μύλος μας σιώπησε, το αλεύρι εξαντλήθηκε. Οι φούρνοι μας μαύρισαν όπως και οι καρδιές μας.

Πλέον στη μύτη μας έρχεται η μυρωδιά του αίματος αντί του ψωμιού.

Τότε τι να πούμε…; Καλή όρεξη…» Ερτζάν Κεσάλ

Ο Ερζτάν Κεσάλ, σήμερα είναι ηθοποιός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης. Έχει σπουδάσει πολιτικές επιστήμες καθώς και ιατρική ενώ έχει εργαστεί ως γιατρός στην πατρίδα του. Το μυθιστόρημα «Οι Γκαζόζες» που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Ωκεανός» είναι μικρές βιογραφικές κυρίως ιστορίες από τη νεαρή ηλικία του συγγραφέα καθώς και από την περίοδο που εργαζόταν ως γιατρός. Μπορεί να μην υπάρχει «χρονική συνοχή» κάνοντας αυτό που θα έκανε η πλειοψηφία ίσως των συγγραφέων ξεκινώντας να αφηγούνται από νεαρότερες ηλικίες καταλήγοντας στην ωριμότερη φάση της ζωής τους, όμως υπάρχει νοηματική συνοχή, και στο τέλος της κάθε ιστορίας καταλήγει σε κάποιο συμπέρασμα, δίδαγμα ή και καταγγελία.

Μέσα από τις γραμμές του βιβλίου, ο αναγνώστης μαθαίνει για την κατάσταση που επικρατεί στην Τουρκία. Μια χώρα που έχει βασανιστεί από δικτατορίες, από θρησκευτικό φανατισμό όπου δεν υπερτερεί η υγιής πίστη αλλά ο τυφλός σκοταδισμός καθώς και από δημοκρατίες που δεν απέχουν από χούντες και στρατιωτικά καθεστώτα. Και ποιος πληρώνει πάνω απ’ όλους τέτοιες καταστάσεις, αν όχι ο ίδιος ο τουρκικός λαός!

«Εντέλει καταντήσαμε την Τουρκία ένα πελώριο πύργο της σιωπής… Πλέον η χώρα μας είναι ένας πύργος τον οποίο κτίσαμε για να τρώνε οι τύραννοι τους νεκρούς μας». Ε. Κεσάλ

Ο συγγραφέας λόγω του επαγγέλματος του ήρθε αντιμέτωπος με πληθώρα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, με άδικη αντιμετώπιση του θύματος και καμιάς απολύτως τιμωρίας του θύτη. Με την πλέον ανδροκρατούμενη αντίληψη, όποια και αν είναι η πράξη του άντρα όχι απλά θα δικαιολογηθεί αλλά και θα υποστηριχθεί, ενώ αντιθέτως οι γυναίκες στα μάτια της κοινωνίας θα είναι πάντα οι ένοχες και οι υπεύθυνες για τη διατήρηση της οικογενειακής τιμής, συνυφασμένη με το γυναικείο φύλο (αιδοίο) και όχι με τις πράξεις και τη στάση του κάθε ανθρώπου. Όμως πέρα από την κρατική και θρησκευτική βία (αναφέρεται ο εμπρησμός του ξενοδοχείου το 1993 στη Σεβάστεια από φανατικούς μουσουλμάνους) και μιας κακής παράδοσης, υπάρχουν και οι άλλοι άνθρωποι του λαού. Αυτοί που αγωνίζονται για τα δικαιώματα των ανθρώπων στην Τουρκία, όσοι δέχονται στωικά και με αξιοπρέπεια το πεπρωμένο τους καθώς και η γιαγιά του συγγραφέα που ευχόταν ο Θεός να μη διδάξει κανέναν άνθρωπο με την πείνα (ευχή δυστυχώς ανεκπλήρωτη).

«Όλοι μας ζούμε μέσα στη ζωή των άλλων. Θέλουμε δε θέλουμε».  Ερτζάν Κεσάλ

Μεγάλη αναφορά γίνεται στο βιβλίο και στη σχέση του συγγραφέα με τον πατέρα του, μια υγιής σχέση ανάμεσα σε πατέρα και γιο δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τη σχέση δυο καλών φίλων.

Ο Κεσάλ μας παρασύρει στη νοσταλγία και στη συγκίνηση του, αλλά με έναν τρόπο καλοδεχούμενο. Τη γραφή του την κάνει όμορφη η απλότητα και η ειλικρίνεια της.

Θα ήταν ευχής έργο, αν αποσπάσματα από αυτό το βιβλίο έμπαιναν στα σχολικά βιβλία ώστε να διδάσκεται στα ελληνόπουλα πως πρέπει να είναι οι άνθρωποι, και να κρίνουμε τον κάθε ένα από την αξία του κι όχι από την εθνικότητα του. 

«Νιώθω μια στενοχώρια. Τα νιάτα έχουν τελειώσει. Μέσα από τα βάσανα τρέχω στα παιδικά χρόνια». Ερτζάν Κεσάλ

Μαίρη Β.

 

 

Διαβάστε επίσης: