Ένας από εμάς

 

Daniel Magariel

-Εκδόσεις Παπαδόπουλος-

 

Σε αντίθεση με το αμερικάνικο όνειρο που η κινηματογραφική βιομηχανία έχει σπείρει, μέσω των ταινιών της σε ολόκληρη την υφήλιο, με καλούς που στο τέλος πάντα θα κερδίσουν, υπάρχει και κάποια άλλη κατηγορία καλλιτεχνών, αυτή των σκληρά ρεαλιστών που κάτι το γκρίζο αλλά βαθιά ειλικρινές έχει εμποτίσει τα έργα της. Κι αυτοί οι καλλιτέχνες δεν είναι μόνο σύγχρονοι μας, αναφέρω ως παράδειγμα τον Φίλιπ Ροθ, με το «Αμερικάνικο Ειδύλλιο» του, αλλά αν ανατρέξουμε σε παλιότερους συγγραφείς θα διακρίνουμε μια απόγνωση ή έστω ‘‘αδιαφορία’’ στα έργα του Φόκνερ, του Σάλιντζερ αλλά και του Χέμινγουεϊ, ανάμεσα σε άλλους.

Στα σκληρά ρεαλιστικά βιβλία ανήκει και αυτό του Daniel Magariel όπου παρουσιάζει τις ελπίδες για μια καλή ζωή που έχουν δυο έφηβοι που πιστεύουν ότι θα τη ζήσουν στο πλευρό του πατέρα τους. Με μια μητέρα αδύναμη και ηττημένη και έναν πατέρα χειραγωγό, τα δυο νέα αγόρια προτιμούν να ακολουθήσουν τον δεύτερο σε μια νέα ζωή μακριά από τη μητέρα τους. Την ιστορία διηγείται ο δωδεκάχρονος γιος του οποίου την επιμέλεια την έχει η μητέρα του. Το παιδί δε διστάζει να ισχυριστεί ψέματα στους κοινωνικούς λειτουργούς προκειμένου να ακολουθήσει τον πατέρα και τον αδερφό του στη νέα ζωή που εκείνος τους έχει υποσχεθεί και όλη την ώρα τους μιλάει για το πώς θα είναι οι τρείς τους. 

Σύντομα ο αναγνώστης θα αντιληφθεί ότι ο πατέρας δεν ενδιαφέρεται ουσιαστικά για τους γιους του, αλλά θέλει στο πλάι του, δυο στρατιώτες – ακροατές.

Και δεν ήταν πως δε με ένοιαζε. Ήταν πατέρας μου. Απλώς είχαμε περάσει όλον αυτό το χρόνο εδώ, σε αυτόν τον καναπέ, ως μόνιμο ακροατήριο του. Είχαμε νιώσει χαρούμενοι, πληγωμένοι, λυπημένοι εδώ. Είχαμε ακούσει τις επιπλήξεις του και τις εξομολογήσεις του, σαστισμένοι, ετοιμοπόλεμοι, προδομένοι. Είχαμε κοιμηθεί εδώ, είχαμε ονειρευτεί εδώ, νεανικά όνειρα που είχαν χαθεί για πάντα.  

Όταν ο πατέρας αντιληφθεί ότι τα παιδιά του δεν τον εμπιστεύονται πλέον, κάνει τα πάντα να τα κρατήσει κοντά του, και όταν βλέπει ότι είναι δύσκολο και έχει χάσει τον έλεγχο και το θαυμασμό τους, προσπαθεί να στρέψει τον έναν ενάντια στον άλλον, όμως οι δυο νέοι θα αντιληφθούν ότι στην ουσία δεν έχουν τίποτε άλλο από ο ένας τον άλλον;

Ένα βιβλίο που ξεγυμνώνει τις οικογενειακές σχέσεις και ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι όλοι οι γονείς κατάλληλοι για το ρόλο τους, για τον έναν ή τον άλλο λόγο. Ο Magariel προτιμάει να μη δώσει ονόματα στα κύρια πρόσωπα του έργου του, αντιθέτως τους γνωρίζουμε ως πατέρα, αδερφό, μητέρα, δεν ισχύει το ίδιο και για τους ήρωες που εμφανίζονται εκτός οικογενείας. Ο τρόπος που συμπεριφέρεται ο πατέρας είναι σαν φίλος (από τους δεσποτικούς) και όχι σαν γονιός, η γλώσσα που χρησιμοποιεί στα παιδιά του είναι αυτή της αλάνας που συναντιούνται οι φίλοι για να παίξουν ποδόσφαιρο ή πετροπόλεμο. Το να πάρει την κηδεμονία των γιών του είναι μια νίκη σε ένα πόλεμο που έχει κηρύξει ο ίδιος στη σύζυγο του, όμως όταν θα έχει κατατροπωθεί ο πρώτος αντίπαλος εκείνος θα πρέπει να βρει έναν δεύτερο μην μπορώντας να ζήσει ειρηνικά, και τότε θα είναι η στιγμή που θα πρέπει να διαλέξει ποιος από τους γιους του θα είναι ο σύμμαχος και ποιος ο νέος αντίπαλος, αλλά πόση εμπιστοσύνη μπορεί να έχει στο σύμμαχο του, ότι δε θα τον προδώσει κι αυτός τελικά;

Μαίρη Β.