ΑΧΑΝΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑ

 

KRISTIN HANNAH

-ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ-

 

«Μήπως οι ενήλικες κοιτούσαν τον κόσμο και έβλεπαν αυτά που ήθελαν να δουν, πίστευαν αυτά που ήθελαν να πιστέψουν; Δε σήμαιναν τίποτα οι αποδείξεις και οι εμπειρίες;»

Όταν ο πατέρας της Λένι επιστρέφει από τον πόλεμο του Βιετνάμ που είχε πιαστεί αιχμάλωτος, είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος από αυτόν που είχε φύγει, αφήνοντας πίσω  τη γυναίκα και την κόρη του. Επιθυμεί να σταθεί στα πόδια του, να συνεχίσει από το σημείο που είχε διακόψει τη ζωή του, να είναι στοργικός με τους δικούς του, να μπορεί να προσφέρει αυτά που κάθε άντρας προσφέρει στην οικογένεια του, όμως είναι αδύνατον. Οι εμπειρίες της αιχμαλωσίας του γεννούν εφιάλτες και εκείνος, έχοντας αφήσει το καλύτερο κομμάτι του στο παρελθόν, ‘‘χρειάζεται’’ να ξεσπάσει.

Κληρονομώντας ένα σπίτι στην Αλάσκα και θεωρώντας ότι είναι η ευκαιρία που χρειάζεται, μετακομίζει εκεί με την οικογένεια του, όμως δεν μπορεί να ξεφύγει από τους εφιάλτες και από ένα χαρακτήρα που είναι πλασμένος από τον πόλεμο.

Η γυναίκα και η κόρη του, προσπαθούν για χάρη του να προσαρμοστούν. Ο τόπος είναι άγριος, επικίνδυνος όμως συνάμα και γοητευτικός. Οι κάτοικοι του χωριού είναι πρόθυμοι να τους βοηθήσουν, διδάσκοντας τους όσα γνωρίζουν, διευκολύνοντας τους για τις δύσκολες συνθήκες που θα τους περιμένουν όταν μπει ο χειμώνας και προειδοποιώντας τους για τους κινδύνους. Η αλληλεγγύη είναι διάχυτη ανάμεσα στους κατοίκους της περιοχής, όμως οι εφιάλτες του πατέρα είναι πιο ισχυροί από την καλή του θέληση. Είναι ανάγκη για εκείνον πλέον να βρίσκει παντού και πάντα κάποιον εχθρό για να μισεί, όμως αυτό τον κάνει βίαιο απέναντι στην οικογένεια του. Κι ενώ η μητέρα προσκολλημένη στην ιδέα και την εικόνα του άντρα της, πριν εκείνος φύγει για τον πόλεμο, κάνει υπομονή προσπαθώντας να κρατήσει την οικογένεια της ενωμένη, η Λένι κάνει τη δική της υπομονή για χάρη της μητέρας και ανησυχώντας παράλληλα για τα βίαια ξεσπάσματα του πατέρα της.

«Η ελπίδα μπορούσε να σε διαλύσει, ήταν ένα γυαλιστερό δόλωμα για τους ανυποψίαστους».

Παράλληλα με την κατάσταση στο σπίτι της η Λένι νιώθει τα πρώτα της ερωτικά σκιρτήματα, όμως η συμπεριφορά του πατέρα είναι σαν κατάρα πάνω στην οικογένεια.

Η Hannah για άλλη μια φορά (μετά τον «Κήπο του Χειμώνα» και «Το αηδόνι») μας συγκινεί, προσεγγίζοντας τις οικογενειακές σχέσεις. Μιλάει για τον πόλεμο και τα ζωντανά θύματα που αφήνει πίσω του, για τη μειονεκτική σχέση της γυναίκας της Αμερικής του 70’ και του 80’, για την απώλεια. Αλλά μιλάει και για τις δεύτερες ευκαιρίες, τόσο λυτρωτικές γι’ αυτούς που θα τις εκμεταλλευτούν, μιλάει για την αγάπη ανάμεσα στο γονιό και το παιδί, για τον έρωτα και για την αγάπη της άγριας φύσης και όσους μπορούν να την εκτιμήσουν.

Με ένα ακόμα της βιβλίο η Hannah επιβεβαιώνει για μια επιπλέον φορά, ότι ορθά έπραξε όταν εγκατέλειψε τη δικηγορία για τη συγγραφή.

Μαίρη Β.