Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος.

Σίας Στεφανοπούλου.

 

Αφού άφησα λίγο τον καιρό να περάσει, να κατακαθίσουν μαζί με τον κουρνιαχτό και οι απόψεις μου για όσα έχουν ακουστεί, στο θέμα των παρενοχλήσεων μέσα στους κόλπους του ελληνικού αθλητισμού και θεάτρου, θα εκφέρω τη γνώμη μου και όποιος θέλει τη διαβάζει. Δε θα μιλήσω με ονόματα, όλοι τα γνωρίζουμε άλλωστε.  

Την αρχή την έκανε η Ολυμπιονίκης μας, έπειτα ήρθε να προστεθεί η κοινοποίηση της βίας από μια δεύτερη φωνή, που την υπέστη μέσα στο χώρο εργασίας της, στο θέατρο. Η πρώτη από τις ηθοποιούς που μίλησε δεν αναφέρθηκε σε βιασμό ή σεξουαλική παρενόχληση, αλλά σε σωματική βία. Από εκεί και πέρα σαν να πήραν δύναμη κι άλλες γυναίκες του χώρου και η μία πίσω από την άλλη άρχισαν να καταγγέλλουν τους δυνάστες τους, ‘‘μεγάλους άντρες’’ της σκηνής έως πριν λίγο καιρό, ιδιαίτερα αγαπητούς στο κοινό.

Ένα ντόμινο λοιπόν που παρασέρνει τον έναν πίσω από τον άλλο, ένα ντόμινο που έπρεπε να συμβεί. Χθες; Σήμερα; Αύριο; Κάποτε έπρεπε να γίνει και ήταν η πρώτη με τρέμουλο φωνή της αθλήτριας, που ταρακούνησε τις υπόλοιπες γυναίκες –και άντρες σε κάποιες περιπτώσεις- και φώναξαν ‘‘Ως εδώ’’.

Αν και η υπόθεση του παράγοντα της ιστιοπλοΐας τράβηξε αρχικά το δρόμο της δικαιοσύνης, οι νόμοι που κάποιοι σοφοί άντρες θέσπισαν, βάζοντας όλα τα εγκλήματα στο ίδιο τσουβάλι, μεροληπτώντας αρκετές φορές υπέρ σοβαρών υποθέσεων, αποφάσισαν να διατηρήσουν το μαντήλι στα μάτια της δεσποσύνης με τη ζυγαριά. Πολλές φορές το κορίτσι αυτό που τόσοι και τόσοι αγωνίστηκαν και θυσίασαν για χάρη της τη ζωή τους κάνει τα στραβά μάτια. Μιας και επίσημες εκθέσεις της αστυνομίας, έχουν στο παρελθόν αναφέρει ότι η πλειοψηφία βιαστών και παιδεραστών κυκλοφορούν ανέμελα ανάμεσα μας, παρά του ότι η αστυνομία έκανε τη δουλειά της και τους συνέλαβε. Προσωπικά δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει παραγραφή του εγκλήματος επειδή πέρασαν κάποια χρόνια, όταν το έγκλημα είναι ο βιασμός για παράδειγμα, και το θύμα είναι υποχρεωμένο να τον κουβαλάει μέσα του και πάνω του για μια ολόκληρη ζωή.  

Μεγάλοι άντρες, με όνομα βαρύ σαν ιστορία, στους χώρους του θεάτρου και της τέχνης, απ’ ότι μάθαμε, εκβιάζουν τους συναδέλφους τους προσπαθώντας είτε να επωφεληθούν, είτε να επιβεβαιωθούν. Δε δέχονται όχι, και αν τολμήσεις να υψώσεις ανάστημα, σβήνεσαι αυτόματα από τον χάρτη, αν δεν αποχωρήσεις μόνος ή μόνη σου αηδιασμένος-η. Ήταν κάτι άγνωστο; Πέσαμε από τα σύννεφα όταν μάθαμε ότι συνέβαινε; Όχι, το ξέραμε, μπορεί να μη γνωρίζαμε ονόματα, κάποια ίσως να τα είχαμε ακούσει, αλλά και πάλι δεν έφτανε το μυαλό μας σε τόση κατάχρηση εξουσίας. Σε ένα ΕΓΩ που ξεπερνούσε τα όρια του σύμπαντος. Αυτοί οι άντρες και οι γυναίκες, καθόσον ακούσαμε, αξίζει να λέγονται καλλιτέχνες, επειδή έχουν αναλάβει τη διεύθυνση ενός θεάτρου ή μιας σχολής ή επειδή έχουν τη φήμη ενός αξιόλογου καλλιτέχνη; Και κυρίως αναρωτιέμαι αν τους αξίζει να φέρουν τον τίτλο του καλλιτέχνη, όταν με πρόσχημα το ταλέντο, τη φήμη ή το όνομα τους επιβάλλονται στους συναδέλφους τους;

Βλέπουμε έστω κάποια μεταμέλεια από πλευράς τους; Ούτε καν. Απειλές για δίκες στα θύματα τους, εξώδικα στα Μ.Μ.Ε., να κρύβονται πίσω από τα ονόματα των συζύγων και των παιδιών τους. Όταν όμως προέβαιναν στις πράξεις, για τις οποίες τώρα δε θέλουν να τους καταδικάσουμε δημόσια, δε σκέφτονταν συζύγους και παιδιά. Κάποιοι βιάστηκαν να στείλουν εξώδικα, πριν προλάβει καν να ακουστεί το όνομα τους, προδίδοντας τον εαυτό τους. Κι όμως αυτά που έσπευσαν με τόση πρεμούρα να κρύψουν, έγιναν γνωστά γιατί κατάφεραν να εξαγριώσουν ακόμη περισσότερο τα θύματα τους, μπαίνοντας σε λεπτομέρειες. Χρησιμοποιώντας άλλες φορές σαν ασπίδα την πρώτη καταγγελία για να κρυφτούν από πίσω της. Με αμφιταλαντεύσεις αν έπρεπε να παραιτηθούν ή όχι από τα αξιώματα τους. 

Όμως δεν υπήρξαν μόνο κατήγοροι τους, αλλά και κάποιοι που έσπευσαν να τους υπερασπιστούν. Δε θα σταθώ καν στο επιχείρημα «Γιατί τώρα;» Κάτι άλλο που ακούστηκε ήταν το ότι υπάρχουν κορίτσια (και αγόρια θα προσθέσω εγώ, που είναι πρόθυμα να προσφερθούν για ένα ρόλο, στην προκειμένη). Υπάρχουν πράγματι! Άλλωστε ποιος μας λέει ότι οι σημερινοί ‘‘καταχραστές’’, στην αρχή της καριέρας τους δεν ενέδωσαν πρόθυμα στις ορέξεις κάποιων άλλων, για ένα ρόλο; Κι ότι αυτή τους η στάση τους φαίνεται απολύτως φυσιολογική, γιατί έτσι δικαιολογούν την αλλοτινή συμπεριφορά τους. Ότι δεν τους αρέσει να έχουν ανάμεσα τους ανθρώπους διάφανους, που το δικό τους όχημα προτιμούν να είναι αποκλειστικά το ταλέντο και η δουλειά τους. Ότι με αυτόν τον τρόπο επιζητούν να επιβάλουν τη δική τους άποψη για την τάξη πραγμάτων όπως την έχουν στο μυαλό τους. Αυτό ίσως δίνει ένα αδικαιολόγητο δικαίωμα στο μυαλό κάποιων ‘‘μεγάλων αντρών’’ να ζητούν αντίτιμα από όποιον βρεθεί μπροστά τους. Και φυσικά συχνά θα επιλέξουν τον πρόθυμο στο κρεβάτι αντί τον πρόθυμο στη σκηνή.    

Εν μέσω των καταγγελιών, με τη φωνή των θυμάτων αυτή τη φορά να ακούγεται πιο δυνατά από των θυτών, μιας και οι περισσότεροι σπεύδουν να κρυφτούν, ακούμε και τους μετριοπαθείς θεατράνθρωπους, που ζητούν να πέσουν οι τόνοι. «Οι φήμες αυτές κάνουν κακό στο θέατρο» επαναλαμβάνεται σαν μόνιμη κακή επωδός, ενοχλητικού τραγουδιού. Όμως δεν είναι οι φήμες που προκάλεσαν αυτό το κακό, αλλά οι άνθρωποι που εκμεταλλεύονταν με όποιον τρόπο και για όποιο λόγο τους συναδέλφους τους. Και φυσικά τα κάνανε με τη δική τους ανοχή. Γιατί ξέρανε, μεγάλοι θιασάρχες καθώς και σκηνοθέτες, μπορεί να μη συμμετείχαν αλλά επιτρέπανε με την ανοχή τους. Κι αν παλιότερα δεν εμπόδισαν το κακό να συμβεί από αδυναμία, όταν έχουν αυτή τη στάση τώρα, δεν μπορούμε παρά να θεωρήσουμε και τους ίδιους πηγή του κακού, μιας και θέλουν να συνεχιστεί η ίδια κατάσταση κρύβοντας το χάλι που δημιούργησαν κάποιοι κάτω από τα χαλάκι της θεατρικής πόρτας. Όμως μήπως να σκεφτούν ότι όπως οι στάβλοι του Αυγεία καθάρισαν με το καθαρό νερό του ποταμού από τις ακαθαρσίες και τη δυσωδία, ότι ήρθε η ώρα και του θεάτρου. Ότι πλέον πρέπει να γίνονται μόνο καθαρές και διάφανες δουλειές ποιώντας ήθος χωρίς κατάχρηση μα και χωρίς ανοχή. 

Παραδειγματισμένοι από τη συμπεριφορά των μεγάλων ονομάτων έχουμε και την κατηγορία των ‘‘γυμνοσαλιάγκων’’, ας μου επιτραπεί ο όρος! Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, δηλώνουν ηθοποιοί στο επάγγελμα, αναλαμβάνουν την παραγωγή μιας παράστασης, από τις δεκάδες που βγαίνουν στις σκηνές της Αθήνας, με το ρόλο του σκηνοθέτη, περνούν σε οντισιόν ηθοποιούς, αλλά δεν έχουν ως σκοπό να βρουν μόνο τον συμπρωταγωνιστή – στρια τους, αλλά και έναν ερωτικό παρτενέρ έξω από τα πλαίσια της σκηνής. Κάτι που απαιτούν αρκετές φορές εκβιαστικά. Βέβαια από αυτούς είναι πιο εύκολα να το ‘‘σκάσεις’’, μιας και δεν ενδέχεται κάποιου είδους τιμωρία και διασυρμός.

Ας επανέρθουμε για λίγο στο χώρο του αθλητισμού. Κατά καιρούς έχουν βγει σε διάφορες εκπομπές, θύματα από το χώρο του αθλητισμού, και μίλησαν για τους βιαστές τους. Στις πιο τρυφερές ηλικίες επιτήδειοι, ξέρουν πώς να εκμεταλλευτούν όχι μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχή των παιδιών. Δε νοείται να εμπιστεύεσαι το παιδί σου και να στο σημαδεύουν –ψυχικά- για να ικανοποιήσουν τις όποιες ορέξεις τους. Πρέπει οι γονείς να είμαστε διπλά προσεχτικοί για το σε ποιον εμπιστευόμαστε τα παιδιά μας. Ένα μελιστάλαχτο χαμόγελο δεν αρκεί για να μας καθησυχάσει. Και φυσικά δε θα κλείσουμε τα παιδιά σε μπουντρούμια, με τον υποθετικό φόβο να μην τους κάνει κάποιος κακό, αλλά σαν φάροι πρέπει να φωτίζουμε το δρόμο τους για να μην πέσουν πάνω σε βράχια. Να μιλάμε μαζί τους, να τους εμπνέουμε εμπιστοσύνη ότι είμαστε παρόντες για εκείνα ανά πάσα στιγμή και ότι μπορούν να μας μιλήσουν.

Επιστρέφοντας στις καταγγελίες που έχουν γίνει. Κάποιοι τολμούν να ισχυριστούν ότι πρόκειται για μόδα. Απαράδεκτη τουλάχιστον η συγκεκριμένη άποψη. Όταν βρίσκει τη φωνή του ο αδικημένος δεν του λες να το βουλώσει, δεν υποτιμάς το βίωμα του. Όταν το κάνεις γίνεσαι ένα με το θύτη που του χαλάν την ηρεμία. Όποιος τολμάει να ισχυρίζεται κάτι τέτοιο και μάλιστα με θράσος κάποιες φορές να αστειεύεται, είναι και ο λόγος που αυτή η αλυσίδα κακοποίησης δεν ανακόπηκε πολύ νωρίτερα, δημιουργώντας και άλλα θύματα στις ορέξεις του εκάστοτε εργοδότη, καλλιτέχνη ή μη. Ξεκάθαρα συντάσσεται με τον θύτη. Γιατί σε κάποια θέματα δεν υπάρχει γκρίζο, παρά μόνο το άσπρο και το μαύρο.

Στην Αθήνα κάθε χρόνο προ Covid-19 ανέβαιναν περίπου στις χίλιες παραστάσεις. Δεν ήταν παραστάσεις που έτρεχαν την ίδια περίοδο όλες, και οι περισσότερες ανέβαιναν για περιορισμένο αριθμό. Πιθανόν αρκετοί από αυτούς τους ηθοποιούς, να μην ήθελαν να εργαστούν με τον τρόπο που τους επέβαλλαν στα μεγάλα θέατρα, να μην ήθελαν να υποστούν τη λεκτική, σεξουαλική, σωματική βία. Ίσως κάποιους να τους είχε εξοστρακίσει κι ο ‘‘αφρός’’ του θεάτρου. Όμως η ανάγκη τους για καλλιτεχνική έκφραση, δημιούργησε θεατρικές ομάδες που έδιναν παραστάσεις, σε πολλές περιπτώσεις με επαγγελματισμό που θα ζήλευαν οι εκλεκτοί της τέχνης. Παραστάσεις τις οποίες οι θιασάρχες που τώρα ζητούν να πέσουν οι τόνοι, πιθανόν να έβλεπαν με δυσπιστία, μιας και εκείνες σε εναλλακτικούς χώρους τους έκλεβαν κοινό. Δεν τα παράτησαν όλοι, για κάποιους η δουλειά και το πραγματικό πάθος τους για το θέατρο, έξω από τον εγωκεντρισμό τους, τους ώθησε να βρουν τη λύση για να ικανοποιήσουν τον έρωτα τους.    

Ξεκίνησε με τον αθλητισμό, συνεχίστηκε με το θέατρο και το χώρο της υποκριτικής και σαν ντόμινο ελπίζω να παρασύρει και τις άλλες συντεχνίες. Δεν επιτρέπεται να εκμεταλλεύεται κανείς είτε τη βιοποριστική ανάγκη ή την αγάπη για ένα επάγγελμα ή λειτούργημα για κάποιους.

Η πολιτεία έχει ευθύνη αλλά έχουμε και εμείς ως πολίτες, μέχρι στιγμής άλλωστε η πολιτεία συνηθίζει να κρύβει κάτω από το χαλί αυτά τα περιστατικά. Γιατί; Μα επειδή η πολιτεία αντιπροσωπεύεται από τους ισχυρούς, και επειδή ισχυροί είναι αυτοί που τα κάνουν, στο δικό τους πλευρό θα σταθούν. Πριν από κάποια χρόνια ήμουν παρούσα σε μια συζήτηση ανάμεσα σε δυο γνωστές μου που μιλούσαν για έναν καλλιτέχνη. Η μια συγκεκριμένα είπε κατά λέξη: «Δε με ενδιαφέρει τι άνθρωπος είναι, εμένα μου αρέσει ως καλλιτέχνης».  Θα με συγχωρέσετε αλλά στο δικό μου ρομαντικό κεφάλι, δεν μπορώ να διαχωρίζω τους όρους. Απαιτώ από τους καλλιτέχνες που θαυμάζω να είναι και ωραίοι άνθρωποι, για όσα τουλάχιστον φτάνουν ως εμένα. Και στην περίπτωση που μαθεύτηκαν ονόματα με επίσημες καταγγελίες, μπορούμε από μέρους μας όχι να πετροβολήσουμε τους θύτες αλλά να τους εξοστρακίσουμε από την τέχνη και ειδικά από τη στιγμή που η τέχνη για εκείνους δε μετράει ως δημιουργία και τρόπος έκφρασης αλλά ως μέσο επιβολής. Και πως μπορούμε να το κάνουμε αυτό; Επιλέγοντας να δούμε παραστάσεις, όταν με το καλό ανοίξουν ξανά τα θέατρα, στις οποίες εκείνοι δε συμμετέχουν με κανέναν τρόπο. Υπάρχουν καλοί ηθοποιοί, αξιόλογοι σκηνοθέτες που την ίδια ώρα είναι και ωραίοι άνθρωποι. Ας τους δώσουμε χώρο, καλοί ηθοποιοί υπάρχουν, ας τους ανακαλύψουμε. Και ας γνωστοποιήσουμε σε όποιον πάει μέσα του να γεννηθεί το τέρας, ότι το κοινό θα του δείξει το δρόμο προς την έξοδο, αν το επιχειρήσει.

 

Η Σία Στεφανοπούλου εργάζεται ως αισθητικός, όταν δε βρίσκεται στο σπίτι της είτε με υποχρεωτικό εγκλεισμό είτε με οικιοθελή για να διαβάζεις ιστορίες με το γιο της. Έχει έντονη παρουσία στα κείμενα της Γράφω/μηχανής στο ArtScript, με χρονογραφήματα, αλλά και με νουβέλες. («Πορτρέτα Εραστών και ερωμένων», «Ερωτικό πάζλ», «Μα ποια είμαι τέλος πάντων», «Η τέχνη στη σύγχρονη Ελλάδα»). Οι φίλοι και ο σύζυγος της την κατηγορούν ότι έχει γνώμη για τα πάντα, μα εκείνη δεν πτοείται θα συνεχίσει να έχει άποψη και να την εκφράζει, όπως τους απειλεί!

 

Διαβάστε επίσης: