AFTER THE WEDDING > ΜΕΤΑ ΤΟ ΓΑΜΟ

Σκηνοθεσία: Bart Freundlich

Παίζουν: Julianne Moore, Michele Williams, Billy Crudup

 

Η Ιζαμπέλ (Michele Williams) εργάζεται σε ένα ορφανοτροφείο στην Ινδία. Προσπαθώντας να βρει χρήματα για να καλύψει τις ανάγκες του ιδρύματος, θα υποχρεωθεί να επισκεφτεί τη Νέα Υόρκη για να συναντήσει μια πρόθυμη δωρήτρια που σκέφτεται να δώσει δύο εκατομμύρια δολάρια, υπό την προϋπόθεση να έχουν μια διαπροσωπική  συνάντηση, ώστε να συζητήσουν και να εξηγήσει η Ιζαμπέλ για ποιο λόγο να δώσει τα χρήματα στο δικό της ίδρυμα και όχι κάπου αλλού. Μην έχοντας εναλλακτική και χωρίς  διάθεση θα κάνει αυτό το ταξίδι για χάρη των παιδιών του ορφανοτροφείου. Η επίσκεψη της στη Νέα Υόρκη θα συμπέσει με τον υπερπολυτελή γάμο της κόρης της δωρήτριας και ισχυρής επιχειρηματία. Στο γάμο η Ιζαμπέλ θα βρεθεί αντιμέτωπη με το παρελθόν της, ενώ θα γίνει μία αποκάλυψη που θα αλλάξει τη ζωή πολλών προσώπων.   

Πρόκειται για το remake της δανικής ταινίας «Efter Brylluppet» της Susanne Bier υποψήφια το 2007 για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας αλλά και με πολλές ακόμη υποψηφιότητες αλλά και βραβεία σε φεστιβάλ. Για κάποιο λόγο οι αμερικανοί κινηματογραφιστές έχουν την επιθυμία να παίρνουν ταινίες του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού και να τις «ξαναφτιάχνουν» και μαζί με την επιθυμία προφανώς και την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να το κάνουν καλύτερα από το «πρωτότυπο». Το έχουμε δει αρκετές φορές, και θα φέρω ως παράδειγμα  «Το  κορίτσι με το τατουάζ» που αν και είχαν το δυνατό χαρτί στο cast του Daniel Craig το αποτέλεσμα ήταν κατώτερο της σουηδικής μεταφοράς του βιβλίου του Larsson Stieg. Και φυσικά θύματα έχουν πέσει πληθώρα μη αγγλόφωνων  ταινιών, που οι αμερικάνοι πιστεύουν ότι μπορούν να τις κάνουν καλύτερες ή έστω ισάξιες, αλλά τελικά καταλήγουν να πέφτουν στην παγίδα και το αποτέλεσμα συνήθως να είναι άνευρο, άχρωμο, άοσμο και παντελώς αδιάφορο.

Σχεδόν αστεία η αλλαγή του δανού Jacob σε αμερικανίδα Isabelle. Τα ξεσπάσματα της νεαρής Grace αν και δικαιολογημένα ως ένα βαθμό, κουράζουν το θεατή και ίσως και να τον ενοχλούν, μιας και οι πολλές και ξαφνικές αλλαγές στη ζωή της τη μετατρέπουν σε ασταθή χαρακτήρα που αμφιβάλει για όσα πίστευε και πολεμούσε μέχρι χθες. Το μυστικό θα αποκαλυφθεί κάπως απότομα αλλά δε θα προκαλέσει καμία έκπληξη, αν αυτό ήλπιζε ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της νέας εκδοχής της ταινίας, αλλά από εκεί και πέρα δε θα υπάρξει καμία κορύφωση του δράματος και αυτό είναι αρκετά ξεκάθαρο στο θεατή που δε θα έχει να περιμένει παρά το τέλος …  Η ταινία καταντάει κλασσικό, αμερικάνικο μελόδραμα και δε θα μπορέσει να το σώσει καμία από τις δύο –σε άλλες ταινίες- αξιόλογες πρωταγωνίστριες, οι οποίες δίνουν την εντύπωση ότι βαριούνται και αυτές τους ρόλους τους. Ίσως ο Crudup παίρνει πιο σοβαρά το ρόλο του, αλλά και πάλι δε σώζεται και για όλα φταίει η διασκευή του σεναρίου.

Τουτέστιν στον υποψήφιο θεατή που τον ξεγέλασε το τρέιλερ (όλοι το έχουμε πάθει) θα πρότεινα να βρει και να δει την πρωτότυπη δανική ταινία –σκληρές οι γλώσσες της βόρειας Ευρώπης και δη οι σκανδιναβικές, το γνωρίζω- όμως η δύναμη μιας καλά δοσμένης ιστορίας υπερπηδά αυτό το εμπόδιο. Ενώ εγώ θα μείνω να αναρωτιέμαι πόσος καιρός θα χρειαστεί σε κάποιον κινηματογραφιστή Made in U.S.A.  να αποφασίσει να κάνει το remake από «Τα παράσιτα». Ειδικά από τη στιγμή που πήρε το Όσκαρ  καλύτερης ταινίας πιθανόν να βάλει πολλούς σε πειρασμό, ελπίζω να δείξουν δέος στο κορεάτικο αυτό αριστούργημα και να μη δώσουν την αμερικάνικη οπτική τους στο όλο θέμα… -ή έστω ας μη δώσει τα δικαιώματα ο σκηνοθέτης Bong Joon Ho.

Από 5 Μαρτίου στους κινηματογράφους.

 

 

Διαβάστε επίσης: