lllegitimate

 

Το ILLEGITIMATE είναι ένα οικογενειακό δράμα, πιο συγκεκριμένα της οικογένειας Ανγκελέσκου, μέσω του οποίου ο σκηνοθέτης της ταινίας, Adrian Sitaru, δίνει σώμα σε δύο βασικά θέματα, της έκτρωσης και της αιμομιξίας. Είναι επιπλέον όμως μια ανάλυση για το πώς ο χρόνος και ό,τι αυτός φέρνει, μπορεί να αλλάξει την οπτική από την οποία κρίνουμε ή δεχόμαστε τέτοια ζητήματα. Το θέμα του χρόνου παρουσιάζετε από την πρώτη κιόλας σκηνή της ταινίας (μια σκηνή με έντονα συναισθήματα που διαδραματίζεται στο δείπνο της οικογένειας), μέσα από τη φιλοσοφική ματιά του πατέρα φαμίλια Βίκτορ (Adrian Titieni), ο οποίος αναφέρεται στον χρόνο σαν αυτό που μεσολαβεί ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο. Μήπως όμως ο χρόνος μεσολαβεί και πριν την ζωή καθορίζοντάς την, σαν χρόνος απόφασης για το αν θα γίνει μια έκτρωση ή όχι;

Τα πρώτα ρήγματα στην εικόνα της οικογένειας Ανγκελέσκου δημιουργούνται από τις βάσιμες κατηγορίες έναντι του πατέρα για το ρόλο που έπαιξε ως γιατρός κατά το κουμουνιστικό καθεστώς του Τσαουσέσκου με το να καταδίδει πιθανές εκτρώσεις. Ο πατέρας παραδέχεται και υπερασπίζεται τις πράξεις του και αυτό τον φέρνει σε έντονη διαμάχη και με τα τέσσερα παιδιά του. Αφήνει να εννοηθεί μάλιστα ότι τα δίδυμα της οικογένειας (Σάσα και Ρομέο) ζουν λόγω της δικής του επιμονής ενάντια στις εκτρώσεις μιας και η μητέρα τους δεν ήθελε την συγκεκριμένη εγκυμοσύνη. Αυτή η αποκάλυψη δίνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο τι θα ακολουθήσει. Η νεαρή Σάσα, το βασικό πρόσωπο της ταινίας, θα πρέπει να πάρει απόφαση για τον αν θα ρίξει τον «απαγορευμένο» ( εξ ου και ο τίτλος της ταινίας) καρπό του έρωτα της με τον δίδυμο αδερφό της, να κάνει δηλαδή έκτρωση, την ίδια στιγμή που μαθαίνει ότι πρέπει να είναι ευγνώμων στην μητέρα της, η οποία τελικά δεν έκανε έκτρωση. Είναι η ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσουν τα δύο δίδυμα αδέρφια αποτέλεσμα του ότι δεν δέχθηκαν την απαιτούμενη αγάπη, όπως για παράδειγμα η μεγάλη κόρη Γκίλντα που φαίνεται να είναι αυτή που σταθεροποιεί κάπως την κατάσταση της οικογένειας; Η απλά αυτό είναι η δικαιολογία που ψάχνει απεγνωσμένα η Σάσα στην προσπάθεια της να εξηγήσει τον απαγορευμένο έρωτα της με τον αδελφό της;

Το ύφος της κινηματογράφησης είναι ντοκιμενταρίστικο και γυρισμένο με κάμερα στο χέρι. Τα γυρίσματα κατά κύριο λόγω είναι εσωτερικά και με αρκετά κοντινά πλάνα στα πρόσωπα των χαρακτήρων οι οποίοι με τον χρόνο και μέσω των εύστοχων  διαλόγων που ανταλλάσουν φαίνεται να δικαιολογούν τον λόγο ύπαρξης τους. Ιδιαίτερα ο μέχρι υστερίας χαρακτήρας του πατέρα Βίκτορ αλλά και αυτός της κόρης Σάσα. Αρκετά καλό αποτέλεσμα για μια ανεξάρτητη ταινία, χαμηλού προϋπολογισμού και αν λάβουμε υπ’ όψη ότι συμμετείχαν επαγγελματίες αλλά και ερασιτέχνες ηθοποιοί.

Η τελευταία σκηνή αποτελεί ανατροπή σε αυτό που φαινόταν να είναι το φινάλε μέχρι λίγο πριν το τέλος της ταινίας. Σε μια αναπαράσταση της  σκηνής που άνοιξε την ταινία, του οικογενειακού δείπνου, αλλά αυτήν την φορά με μια απόκοσμη γαλήνη και ευταξία, ακούμε τον μονόλογο του μετανοούντος πια από τα γεγονότα πατέρα, να εξηγεί πως ο χρόνος (ως όργανο του θεού ή μάλλον ως ο ίδιος ο θεός) μπορεί να αλλάξει και τις πιο εδραιωμένες απόψεις και αρχές. Η διαφορά είναι ότι η Σάρα είναι πια έγκυος και το κρασί πια είναι κόκκινο και όχι λευκό υπονοώντας ίσως έτσι ότι βρισκόμαστε μετά από κάποιο τραγικό γεγονός, κάποια θυσία που όμως ένωσε την οικογένεια. Ίσως η απάντηση να είναι στην τελευταία φωτογραφία που βγάζουν και ποιοί την απαρτίζουν.

Στέφανος Γιδάρης