Καζαντζάκης

 

Σκηνοθεσία: Γιάννης Σμαραγδής

Παίζουν: Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Μαρίνα Καλογήρου, Στέφανος Ληναίος, Αργύρης Ξάφης, Μαρία Σκουλά, Νίκος Καρδώνης, Αμαλία Αρσένη, Γιούλικα Σκαφιδά, Αλέξανδρος Κολλάτος, Ζέτα Δούκα

 

“Μια αστραπή η ζωή μας, μα προλαβαίνουμε”. Και ο Νίκος Καζαντζάκης στη δική του αστραπή πρόλαβε να κάνει πολλά. Έζησε μια ζωή τουλάχιστον ενδιαφέρουσα, γεμάτη εμπειρίες, ταξίδια, αγάπη, πάθος και φιλοσοφία. Κατάφερε να ανοίξει το μυαλό του όσο λίγοι άνθρωποι στην ιστορία. Πάλεψε με τον Θεό, εμπνεύστηκε από το Χριστό, το Βούδα, τον Ελ Γρέκο, τον Λένιν, τον Οδυσσέα και τον Ζορμπά και βρήκε στο πρόσωπο τους την λύτρωση στη μεγαλύτερη μάχη απ’ όλες, αυτή με τον εαυτό του. Βρήκε την ευτυχία μέσα από έναν ατέρμονο αγώνα με το εγώ του, ξεπερνώντας τον μεγαλύτερο εχθρό του ανθρώπου, τον φόβο. Και αυτή είναι μόνο μια, μικρή περιγραφή, μια ελάχιστη, ταπεινή προσέγγιση στο μεγαλείο της προσωπικότητας του. Έναν άνθρωπο που ο Κος Σμαραγδής “βάλθηκε” να ανακαλύψει και να παρουσιάσει στην καινούρια του ταινία.

Μετά το συμπαθές “Ελ Γκρέκο” και το πολύ κακό “Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι” δυστυχώς η νέα του κινηματογραφική απόπειρα απέχει πολύ (και αυτή) από το σημείο που θα επέτρεπε σε κάποιον να τη χαρακτηρίσει έστω και συμπαθητική. Τα μόνα δύο σημεία που αξίζουν αναφοράς είναι η τελευταία εμφάνιση του Στάθη Ψάλτη ( σε μια κατανυκτική τελευταία παράσταση ) και η εξαιρετική, ανεπανάληπτη ερμηνεία του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου. Αν δεν υπήρχε μάλιστα η παρουσία του τελευταίου, που πλημμύρισε την οθόνη με το ταλέντο του, θα κάναμε τώρα λόγο για μια ταινία ολοκληρωτικής απογοήτευσης.

Επιφανειακή και λίγη. Μια κενή εξιστόρηση των γεγονότων, τραγικές ερμηνείες από τους περισσότερους (εξαίρεση ο Παπασπηλιόπουλος και οι ικανοποιητικές Καλογήρου και Σκαφιδά) με αποκορύφωμα των κακών ερμηνειών αυτή του Αθερίδη στο ρόλο του Ζορμπά. Ο Ζορμπάς του Αθερίδη ήταν μια καρικατούρα. Όχι, δεν περίμενα να δω έναν δεύτερο Άντονυ Κουίν, αλλά σίγουρα δεν περίμενα και έναν Αθερίδη – Ζορμπά να γελάει υστερικά έως χαζά, να χορεύει σπασμωδικά και να μη μπορώ να εντοπίσω πουθενά τον Ζορμπά στο πρόσωπο ή στην έκφραση του. Εάν ο Καζαντζάκης συναντούσε αυτόν τον Ζορμπά σίγουρα δε θα έγραφε το βιβλίο που αφιέρωσε στην προσωπικότητα που τον σημάδεψε, κι αν το έγραφε μάλλον θα ήταν κωμωδία.

Δυστυχώς, όταν παρουσιάζονται τόσο ατυχώς τέτοιες προσωπικότητες σε ταινίες λυπάται κανείς διπλά. Γιατί το κακό αποτέλεσμα λυπεί και την έβδομη τέχνη αλλά και τον κόσμο που αδημονεί να δει μια ταινία που θα τον αγγίξει πραγματικά. Και ποια καλύτερη ευκαιρία να μπορέσει μια ταινία να αγγίξει το κοινό από μια προσωπογραφία για το Νίκο Καζαντζάκη, που ο λόγος του, τα βιβλία του και η σκέψη του δίνουν την απαραίτητη τροφή για να χορτάσει η ψυχή του θεατή μιας τέτοια ταινίας.

Παρόλα αυτά η ξύλινη αναπαράσταση και το κάκιστο σενάριο, το κακέκτυπο της σκηνής του “Θέλμα και Λουίζ “ , όπου ο Καζαντζάκης πλάι στον Ελ Γκρέκο χάνονται στην αιωνιότητα σε ένα πολύχρωμο σκηνικό που θυμίζει παιδική ταινία και η επανάληψη σκηνών με όμοιο περιεχόμενο ανήκουν στα χειρότερα χαρακτηριστικά της εν λόγω ταινίας. Σκηνοθετικά το μόνο ευχάριστο ήταν οι μαγευτικές εικόνες του Αιγαίου, που κι αυτές αδικήθηκαν καθώς συχνά ξεπετάγονται σε άσχετους χρόνους, ασύνδετα, σαν σποτ προώθησης του ελληνικού τουρισμού. Γι’ αυτή την ταινία θα πω ένα βαθύ, πονεμένο, γιγάντιο κρίμα!

 

Στους κινηματογράφους από 23 Νοεμβρίου

 

                                                                                  Πέννυ Ψαρρά