I.T.

 

Το  Ι.Τ (η νέα ταινία με πρωταγωνιστή τον  Pierce Brosnan), χρησιμοποιεί έναν  αρκετά σύντομο τίτλο, δίνοντας μας εξ αρχής λίγες πληροφορίες για αυτήν. Πόσο παράδοξο, αν σκεφθούμε ότι  σαν ακρωνύμιο που είναι, αναφέρεται στην Τεχνολογία Πληροφοριών (Ι.Τ=Information Technology). Είναι το μόνο παράδοξο που παρατηρήσαμε σε αυτήν την ταινία;

Μας είναι αρκετά γνωστή η απειλή που νιώθουν πολλοί άνθρωποι στις μέρες μας λόγω της εισβολής της τεχνολογίας στην ζωή  τους και τι μπορεί αυτό να τους κοστίσει . Σε γενικές γραμμές αυτό φαίνεται να είναι και το κόνσεπτ της ταινίας μας. Πόσο περισσότερο  μάλλον πρέπει να φοβάται  ένας   πλούσιος, πετυχημένος και με μια υπέροχη οικογενειακή ζωή όπως είναι ο Mike Regan (Pearce Brosnan) που σημαίνει ότι έχει και πολλά περισσότερα για  να ανησυχεί. Ναι, άλλη μια ταινία που θα μας μιλήσει για τα αυξανόμενα προβλήματα των πλουσίων παγκοσμίως. Πόσο ασφαλές είναι το δικαίωμα μας για την προστασία της ιδιωτικής μας ζωή πλέον; Δεν είναι καν δικαίωμα αλλά κάτι σαν είδος πολυτέλειας ή τουλάχιστον πλεονεκτήματος φαίνεται να λέει από την αρχή της ταινίας ο Ed Porter (δεινός χάκερ και όχι μόνο) και πιστοποιεί τα λεγόμενα του με αναφορές στο αμερικάνικο σύνταγμα το οποίο δεν περιφρουρεί  κάτι τόσο συγκεκριμένο όπως η ιδιωτική ζωή. Με άλλα λόγια υπενθυμίζεται στους καλούς αμερικάνους να μην υπερασπίζονται κάτι τόσο τρελό όπως η ιδιωτικότητα τους, εφόσον δεν  προβλέπετε από  το ίδιο το σύνταγμα τους.

Ο Mike Regan  ζεί σε ένα smart home, που σημαίνει ότι ακόμα και η τοστιέρα του σπιτιού  του είναι συνδεδεμένη με ένα υψηλής τεχνολογίας κεντρικό ηλεκτρονικό δίκτυο. Αλλά σαν δίκτυο που είναι θέλει πάντα παρακολούθηση από έναν ειδικό. Κάπως έτσι εμφανίζεται ο Ed  Porter στην ζωή του Mike Regan και προσπαθεί να πάρει μια θέση σε αυτήν. Μέχρι εκεί η ταινία κινείται στα γνωστά μονοπάτια σεναρίων με ανάλογο θέμα, δημιουργώντας σιγά σιγά το προφίλ ενός ψυχοπαθή, ασταθή ψυχολογικά χαρακτήρα ο οποίος αρχίζει να παραβιάζει τα όρια της αποδεκτής οικειότητας μεταξύ αφεντικού και υπαλλήλου. Ο Ed Porter  θέλει να γίνει μέλος αυτής της οικογένειας,  μιας και όπως αποδεικνύεται αργότερα, έχει στερηθεί ο ίδιος τη χαρά της οικογένειας. Δεν θα αποφευχθούν όπως καταλαβαίνετε κλισέ του τύπου: διαταραχή προσωπικότητας λόγω ταραγμένης παιδικής ηλικίας και μια κλασσική σκιαγράφηση του stalker που ζει μόνος του σε ένα σπίτι με υπολογιστές και γιγαντοοθόνες που προβάλουν τα πρόσωπα που έχει βάλει στο μάτι ο «τρελάκιας». Ο κινηματογράφος με αυτόν τον τρόπο αναφέρεται στην βασική του λειτουργία.  Δεν είμαστε άραγε και εμείς οι θεατές μέσα στην μεγάλη αίθουσα, ένα ακόμα επίπεδο παρακολούθησης της ζωής  ανθρώπων που ζουν τις ζωές τους λες και κανένας δεν τους παρακολουθεί;

Όσο συνεχίζεται η ταινία καταλαβαίνεις ότι αυτό που τελικά διαπραγματεύεται (σε πρώτο επίπεδο) μέχρι το τέλος της, είναι μέχρι που θα φτάσει η απειλή και η ζημιά που μπορεί να προκαλέσει αυτός ο ιδιοφυής παρανοϊκός. Ψυχολογικός πόλεμος απέναντι στην αθώα οικογένεια, με ηλεκτρονικά μέσα καθαρά, που μας δείχνει το πόσο αβοήθητος και ανίσχυρος μπορεί να νιώσει κάποιος απέναντι στην τεχνολογία που έχει περάσει σε επικίνδυνα χέρια. Αυτή είναι η στιγμή που ο Regan χρειάζεται έναν καλό ειδικό και τον βρίσκει στο πρόσωπο ενός υπαλλήλου των μυστικών υπηρεσιών ο οποίος θα επανακτήσει την κλονισμένη πίστη μας για την χρησιμότητα της τεχνολογίας (στα κατάλληλα μόνο χέρια βέβαια που τυγχάνει να ανήκουν σε υπάλληλο της CIA),  εφόσον μέσω αυτής θα στηθεί η επίθεση ενάντια στον αδίστακτο stalker. Άρα πρώτα έχουμε αποδεχθεί πόσο πιο εύκολη και φανταχτερή είναι η ζωή βασισμένη στην υψηλή τεχνολογία (αισθητήρες παντού για εύκολη, λειτουργική διαβίωση), μετά είδαμε πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει η τεχνολογία  όταν έρθει σε επαφή με ανεξέλεγκτους παθολογικούς παράγοντες (αγαπημένο πλάνο όταν βλέπουμε μια σταγόνα αίμα, που σαφώς συμβολίζει το μολυσμένο από κοινωνική παρέκκλιση πάθος του Porter, να τρέχει στην γυαλιστερή οθόνη του υπολογιστή και να δηλώνει την έναρξη του ψηφιακού τρόμου που θα ξεκινήσει) και τέλος επιστρέφουμε πίσω στην ζεστή αγκαλιά της τεχνολογίας που είναι όμως αυτήν την φορά στα χέρια  των ειδικών που είναι έτοιμοι να μας προστατέψουν (ειδικά αν είναι της CIA).

Υπάρχουν κάνα δυο στιγμές με καλή κορύφωση του σασπένς αλλά από την άλλη και ένα αρκετά ελλιπές σεναριακό ξετύλιγμα. Μερικές κινήσεις των χαρακτήρων δεν  δικαιολογούνται παρά μόνο αν δεχθείς ότι πρέπει να κάνουν ό,τι κάνουν για να φτάσει η ταινία στο φινάλε που έχει σκεφθεί ο σκηνοθέτης. Οι χαρακτήρες τόσο του παρανοϊκού Porter ( James Frecheville)  όσο και του πάντα ατσαλάκωτου Brosnan δεν μας πολυπείθουν ότι χτίστηκαν αρκετά. Σαν χαρακτήρες τα δίνουν όλα μέχρι και την τελευταία σκηνή αλλά το αίμα που χύνεται δεν φαίνεται να είναι αρκετό για να εξιλεωθούν οι ελλείψεις της ταινίας και η απουσία  μια τροπής της ιστορίας  που δε θα μας θύμιζε απλά προγενέστερες ταινίες με παρόμοιο θέμα.

Στέφανος Γιδάρης