Η εξαιρετική περίπτωση του Ντάνιελ Ντέι Λιούις

 

Από πολύ μικρή, όταν ξεκίνησα να ανακαλύπτω το πάθος μου για τον κινηματογράφο, σκεφτόμουν ότι ίσως θα ήταν καλύτερο να μη γνωρίσω από κοντά ορισμένους ανθρώπους του χώρου που θαύμαζα πολύ. Είχα την πεποίθηση ότι το πιο πιθανό είναι να απογοητευτώ σε μια τέτοια περίπτωση. Και όντως, επανειλημμένα, έτυχε να γνωρίσω ανθρώπους του χώρου του κινηματογράφου εν γένει και της υποκριτικής ειδικότερα, και στις πλείονες περιπτώσεις επιβεβαιώθηκε ο «παιδικός αυτός φόβος». Κυρίως γιατί η προσωπικότητα που έβλεπα μπροστά μου και συνομιλούσα δεν συμπλήρωνε το τυχόν ταλέντο. Ως άνθρωπος που βλέπει ολιστικά το θέμα τέχνη – προσωπικότητα, δε μπορώ να πω ότι ένας καλλιτέχνης χωρίς πνευματικό περιεχόμενο , όσο ταλαντούχος και να φαίνεται, με εκφράζει. Στο άκουσμα λοιπόν της άφιξης του Ντάνιελ Ντέι Λιούις  (Daniel Day Lewis) στην Αθήνα και στο ενδεχόμενο να τον ακούσω και να τον δω από κοντά φοβήθηκα μήπως επαναληφθεί το ίδιο μοτίβο. Ένας θρύλος στα μάτια μου και μια μεγάλη προσωπική μου αδυναμία μπροστά στον κίνδυνο να καταρρεύσει μπροστά μου σαν χάρτινος πύργος. Ειδικά γι’ αυτόν τον ηθοποιό επιθυμούσα να κρατηθεί γερή η εικόνα που είχα χτίσει γι’ αυτόν στο μυαλό μου. Και ευτυχώς η μεγάλη μου αυτή επιθυμία πραγματοποιήθηκε. Και ο Lewis στάθηκε αντάξιος των προσδοκιών όχι μόνο των δικών μου φυσικά αλλά και όσων είχαν την τύχη να τον δουν από κοντά.

Συνοπτικά ο Λίουις είναι αγγλικής και ιρλανδικής καταγωγής (η ιρλανδική είναι εμφανής φυσικά στο έντονο ταπεραμέντο του), γιός της ηθοποιού Τζιλ Μπάλκον και του Αγγλο – Ιρλανδού Σέσιλ Ντέι Λιούς. Υπήρξε πολύ ατίθασο σαν παιδί και γι’ αυτό οι γονείς του τον πήγαν εσωτερικό στη σχολή Σέβεν Όοουκς . Εκεί ανακάλυψε την κλίση του για την υποκριτική αλλά και για την ξυλουργία. Το σημείο καμπής στη ζωή του υπήρξε ο θάνατος του πατέρα του στα 15 του χρόνια όπου ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τον εκρηκτικό του χαρακτήρα. Η πρώτη του ταινία ήταν η Καταραμένη Κυριακή όταν ήταν 14 ετών , όπου υποδύθηκε έναν βάνδαλο. Αν και το ταλέντο του για την υποκριτική ήταν εμφανές από τότε, εκείνος στα 18 επέλεξε να αφιερωθεί την ξυλουργία. Αλλά όπως μας είπε η έλλειψη ψυχραιμίας που είναι απαραίτητη γι αυτό το επάγγελμα τον απέτρεψε να πραγματώσει αυτό του το όνειρο (ευτυχώς για εμάς!!!). Τότε στρέφεται στην υποκριτική την οποία σπούδασε στην θεατρική σχολή Μπρίστολ Ολντ Βικ για τρία χρόνια. Και από εκεί και έπειτα ξεκινάει μια ονειρική πορεία που του απέφερε και τα τρία Όσκαρ .

Ο Λιούις συνοδευόμενος από την Κυρία Δάφνη Οικονόμου, προέδρου της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών/Πόρτα Ανοιχτή, μίλησε για την αφορμή της επίσκεψης του που ήταν η πρεμιέρα της καινούριας και τελευταίας ταινίας της καριέρας του «Αόρατη Κλωστή» της οποίας τα έσοδα διατέθηκαν στον Οργανισμό. Ο δυνατός αυτός δεσμός του Λιούις με τον οργανισμό ξεκίνησε από τη φιλία που τον συνέδεσε με τον Γιώργο Οικονόμου, στον οποίο ο  Λιούις υποσχέθηκε να επισκέπτεται την Ελλάδα στηρίζοντας τον σκοπό του οργανισμού, υπόσχεση που κράτησε στο ακέραιο (αυτή ήταν η τέταρτη επίσκεψη του). Τα σημεία που προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον στη συνέντευξη τύπου ήταν τα ακόλουθα :

Η απόφαση να σταματήσει την καριέρα του

Ο μεγάλος αυτός ηθοποιός, φάνηκε να λύγισε από την συγκίνηση όταν επιβεβαίωσε αυτό που όλοι είχαμε ακούσει αλλά ελπίζαμε να μην είναι αλήθεια. Δε θέλησε να σχολιάσει την απόφαση του αυτή, επειδή καθώς είπε δεν το έχει συνειδητοποιήσει ακόμα και δεν έχει επεξεργαστεί πλήρως στο μυαλό του τους λόγους που τον οδήγησαν εκεί.

«Η υποκριτική με έσωσε»

Με αυτά τα λόγια ο Λίουις περιέγραψε τη σχέση του με την τέχνη που τον ανέδειξε . Μοιράστηκε με το ελληνικό κοινό την ανάγκη που είχε στην εφηβεία να εκφραστεί και το ευτύχημα που βρέθηκε στο δρόμο του η υποκριτική που του έδωσε την δυνατότητα αυτή. Θεωρεί ότι αν δεν είχε αφιερωθεί  στην υποκριτική η πορεία και η κατάληξη της ζωής του θα ήταν πολύ διαφορετική. Στην υποκριτική βρήκε το «ιερό» στο οποίο κατέφυγε για να γλιτώσει από τον ίδιο του τον εαυτό.

Η φαντασία λειτουργεί καλύτερα όταν είσαι νέος και δεν έχεις τίποτα

Μια γλυκιά αναδρομή έκανε ο μεγάλος ηθοποιός στο παρελθόν, στα χρόνια που, όπως είπε, η παραγωγή αποτελείτο μόνο από 3 άτομα. Τώρα, μετά την επιτυχία του όλα είναι εύκολα στο να στηθεί μια ταινία, καθώς υπάρχουν οι πόροι. Δε μπορεί όμως ποτέ να ξεχάσει τον δημιουργικό πυρετό των πρώτων χρόνων της καριέρας του που, ελλείψει χρημάτων, έπρεπε να βρίσκουν ευφάνταστους τρόπους να καλύψουν τα όποια κενά στα σκηνικά ή στα κουστούμια, την εποχή όπου εκείνος δεν ήταν μόνο ηθοποιός αλλά αναγκαστικά συμμετείχε και σε άλλους ρόλους της παραγωγής. Μπορεί, όπως ανέφερε, εκείνα τα χρόνια να φαντάζουν δύσκολα όταν τα περιγράφει κανείς αλλά φάνηκε να του λείπει η απλότητα και η αθωότητα με την οποία καθρεφτιζόταν στα μάτια τους τότε η τέχνη.

Νοιάζομαι για τους χαρακτήρες και μετά το τέλος των ταινιών

Μια φράση που υποδηλώνει φυσικά το ταλέντο, το μεγαλείο και την ευαισθησία του χαρακτήρα του. Επιβεβαίωσε αυτό που ήταν εύκολο να διακριθεί στις ταινίες του , ότι έμπαινε όπως το λέμε στην καθομιλουμένη «στο πετσί του ρόλου» και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που ο ίδιος δε μπορούσε να αφήσει πίσω του την εκάστοτε προσωπικότητα που γνώριζε με τον κάθε ρόλο που υποδυόταν. Μάλιστα όταν ερωτήθηκε πολύ έξυπνα, που πάνε αυτοί οι χαρακτήρες μετά το τέλος της κάθε ταινίας ο Λιούις αποκρίθηκε «πάνε πίσω σε εμένα, στο κανάλι από το οποίο προήλθαν».

Τα καλά σενάρια είναι σπάνια

Αυτός ήταν και ο ένας από τους δύο λόγους που επέλεξε να κάνει την «Αόρατη κλωστή». Κατ’ εκείνον τα μέτρια και τα κακά σενάρια είναι συνήθως πολλά. Το δύσκολο είναι να βρει κανείς ένα καλό σενάριο που να σε συγκινήσει, να σε προκαλέσει και να θες να μπεις στον κόσμο του. Ο άλλος λόγος που επέλεξε να δεχτεί να υποδυθεί τον ιδιαίτερο Ρέινολτς, τον πρωταγωνιστή της ταινίας, ήταν ο σκηνοθέτης Πολ Τόμας Άντερσον, τον οποίο εκτιμά βαθύτατα.

Προσπαθούσα πάντα να κάνω ρόλους με κοινωνικό περιεχόμενο

Ανέλυσε την επιλογή που έκανε στην καριέρα του να μη φερθεί εγωιστικά ως ηθοποιός  με τις ταινίες που διάλεγε να κάνει, εννοώντας ότι είχε πάντα ως σκοπό να προσφέρει κοινωνικά και να εμπνέει με τους ρόλους που υποδυόταν και όχι να κυνηγά τις διακρίσεις και τα βραβεία. Έβαλε δηλαδή μια περισσότερο κοινωνική διάσταση στην τέχνη του κινηματογράφου, επικρίνοντας αυτούς που αφιερώνονται σε αυτή θέτοντας ως αποκλειστικό στόχο την αυτοπροβολή τους.  

 

Αυτά ήταν κάποια καίρια αποσπάσματα από τη συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο διάσημος ηθοποιός. Κλείνοντας όμως δε θα μπορούσα να μην συμπληρώσω τους λόγους για το οποίους με ικανοποίησε η παρουσία του Ντάνιελ Ντέι Λιούις, τι ήταν αυτό που τελικά διέψευσε τον ενδόμυχο φόβο μου να απογοητευτώ και  αυτό που τελικά με κέρδισε. Με κέρδισε η σπιρτάδα του πνεύματος του, η καλλιέργεια του που ξεπερνά τις γνώσεις του κινηματογράφου, η ευαισθησία του. Μα πάνω απ’ όλα αυτό που δεν περίμενα να συναντήσω σε έναν ηθοποιό τέτοιου βεληνεκούς ήταν η σεμνότητα του, η οποία διέτρεχε κάθε λέξη που έβγαινε από το στόμα του και ήταν πασιφανής σε όλο του το φέρεσθαι. Γι’ αυτό και θα πω με κάθε ειλικρίνεια ότι ήταν μεγάλη τιμή να τον συναντήσω. Γι’ αυτό και θα πω με πλήρη συνείδηση ότι εκτιμώ βαθύτατα …… την εξαιρετική περίπτωση του Ντάνιελ Ντέι Λίουις.

 

                                                                                    Πέννυ Ψαρρά